Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2018

ΛΥΚΙΣΚΟΣ και κάνναβη


ΛΥΚΙΣΚΟΣ και κάνναβη

         Tα φυτά Humulus και Cannabis είναι στην πραγματικότητα δύο γένη της οικογένειαςCannabinaceae, μιας ταξινομικής οικογένειας που έχει υποστεί αρκετές αλλαγές τα τελευταία χρόνια. Τα πρώτα χρόνια της φυτολογικής ταξινόμησης, οι βιολόγοι ομαδοποιούσαν τα φυτά με βάση τις δομικές ομοιότητες που παρατηρούσαν. Με βάση τη βοτανική, τα φύλλα στα φυτά της οικογένειαςCannabinaceae έχουν σε γενικές γραμμές λοβό σε σχήμα παλάμης με παράφυλλα.

     Tο γεγονός ότι και το Humulus lupulus(λυκίσκος) και το Cannabis sativa(ινδική κάνναβη) έχουν παρόμοια οργανοληπτικά χαρακτηριστικά (γεύση και άρωμα) θα μπορούσε να αποτελεί ένδειξη κοινής καταγωγής, σίγουρα όμως δεν αποτελεί απόδειξη.

    Πολλά φυτά παράγουν παρόμοια αρωματικά μόρια, γνωστά ως τερπένια και τερπενοειδείς ενώσεις, όπως οι λεμονιές (που παράγουν λιμονένιο), η λεβάντα (λιναλοόλη) και τα κωνοφόρα (πινένιο), κανένα από αυτά όμως δεν σχετίζεται με την ινδική κάνναβη ή το λυκίσκο.
       Το Humulus lupulus(Urticaceae - Cannabinaceae) γερμανικά HOPFEN και αγγλικά HOPS, είναι πολυετής αναρριχώμενη πόα ύψους έως 6m, με οδοντωτά, καρδιόσχημα, διαιρεμένα, ωχροπράσινα φύλλα και κίτρινα ή πρασινωπά, ωοειδή άνθη.
       Φυτό δίοικο,παρέχει τους κώνους που χρησιμοποιούνται για τη γεύση μπύρας, και μπορεί επίσης να καλλιεργηθεί ως διακοσμητικό.
       Ο Πλίνιος παρατηρώντας την τάση του λυκίσκου να περιπλέκεται γύρω από τις ιτιές, είχε ονομάσει το βότανο “λύκο της ιτιάς” εκ του οποίου βγήκε και η λατινική του ονομασία lupulus (lupus = λύκος).
        Το βότανο ανθίζει από τα μέσα του καλοκαιριού μέχρι τα μέσα του φθινοπώρου.

Χρησιμοποιούνται οι ανθοταξίες του που συλλέγονται πριν ωριμάσουν τελείως Αύγουστο και Σεπτέμβριο.

Πράσινος χρυσός η καλλιέργεια λυκίσκου στην Ελλάδα (Χρησιμοποιείται ευρέως στην ζυθοποιία).

Από το δεύτερο κιόλας έτος, αποδίδει περίπου 200-250 κιλά το στρέμμα, ενώ αργότερα φτάνει τα 300-400 κιλά, ποσότητα υπέρογκη αν λάβουμε υπόψιν ότι για κάθε χίλια λίτρα μπίρας χρειάζονται μόλις 0,3 κιλά ξηρών ανθέων λυκίσκου.

          Τα πλεονεκτήματα των ελληνικών ποικιλιών αυτοφυούς Λυκίσκου είναι: Μεγάλη εδαφοκλιματική προσαρμοστικότητα και λόγω του κλίματος μας έχει: Υψηλό ποσοστό αρώματος, Υψηλό ποσοστό άλφα οξέων, Αντοχή σε ασθένειες και έντομα.


   Η χρήση του λυκίσκου στη διαδικασία της ζύμωσης ήταν γνωστή από την αρχαιότητακαι χρησιμοποιείτο για την παραγωγή του ζύθου από πολλούς αρχαίους λαούς και από τους Έλληνες (κριθαρίτης οίνος). (Ο Λυκίσκος είναι αυτοφυής στην Ελλάδα).

          Το αφέψημα (τσάι) του φυτού χρησιμοποιείται ως αντιβιοτικό, οιστρογόνο, υπνωτικό, καταπραϋντικό, παυσίπονο, μικροβιοστατικό, τονωτικό της πέψεως, αναλγητικό, αντισηπτικό, σπασμολυτικό, διουρητικό και αντιπυρετικό.
       Συνιστάται για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης, της υπερέντασης, του συνδρόμου ελλειμματικής προσοχής - υπερκινητικότητας (ADHD), της δυσπεψίας και των φλεγμονών της ουροδόχου κύστης.

       Εξετάζεται η πιθανή ευεργετική δράση του κατά του καρκίνου (προστάτης, καρκίνος μαστού και ωοθηκών), αλλά και στη μείωση της χοληστερόλης στο αίμα.
    Εφαρμόζεται εξωτερικά στο δέρμα υπό τη μορφή καταπλάσματος του νωπού καρπού ως καταπραϋντικό και αντιφλεγμονώδες για τη θεραπεία των δερματικών εξελκώσεων, των εξανθημάτων, των οιδημάτων και άλλων δερματικών προβλημάτων.
        Η έντονη χαλαρωτική του δράση στο κεντρικό νευρικό σύστημα το κάνει ωφέλιμο στη θεραπεία της αϋπνίας. Ως στυπτικό χορηγείται για τη βλεννώδη κολίτιδα. Για την αϋπνία συνδυάζεται με Βαλεριάνα και Πασιφλόρα.


       Σύγχρονες έρευνες απέδειξαν ότι αποστάγματα λυκίσκου χαλαρώνουν τους μαλακούς μυώνες, ιδίως αυτούς του πεπτικού σωλήνα. Ο λυκίσκος συνεπώς χρησιμοποιείται μαζί με άλλα βότανα για τη θεραπεία διαταραχών όπως το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου, η ασθένεια Crohn και η νεύρωση στομάχου.

        Η ικανότητα του βοτάνου να χαλαρώνει και να καταπραΰνει συμπληρώνεται από την αντιβακτηριακή δράση συστατικών όπως η λουπουλίνη και η χουμουλίνη, που ελαττώνουν τις φλεγμονές και από τη συνολική τονωτική δράση ολόκληρου του φυτού..
       Οι κώνοι είναι καλύτερο να χρησιμοποιούνται φρέσκοι για την αϋπνία και οι αποξηραμένοι κώνοι που χρησιμοποιούνται στα μαξιλάρια για την έλλειψη ύπνου πρέπει να αντικαθίστανται κάθε λίγους μήνες γιατί οι παλαιοί αποξηραμένοι κώνοι μπορεί να είναι διεγερτικοί.
Αλλά:
Οι γυναίκες που μαζεύουν λυκίσκο μπορεί να εμφανίσουν διαταραχές ή και πλήρη διακοπή της εμμηνορρυσίας, πράγμα που οφείλεται στην απορρόφηση του ελαίου από τα χέρια. Υπεύθυνα για αυτό είναι τα οιστρογόνα που περιέχει το φυτό και που επίσης ευθύνονται για την αναφροδισιακή επίδραση τους στους άνδρες. Οι κώνοι σε υπερβολική δόση γίνονται τοξικοί και προκαλούν πονοκεφάλους, δυσπεψία, εμετούς, αδυναμία, και πόνους στην κοιλιά.
Για το  Cannabis sativa … ταμάθαμε …

Αρθρα του Κ.Μπουχελου:

ΣΚΟΛΥΤΕΣ ΠΕΥΚΩΝ ΚΑΙ ΦΕΡΟΜΟΝΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Μια πρόταση για τους φοίνικες

Η «άμπελος του θεού των κεραυνών» και ο καρκίνος

Ακάρεα της σκόνης του σπιτιού




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου