Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΣΤΙΚΟΥ-ΠΕΡΙΑΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΟΥΣ ΟΤΑ- ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ




          Πριν μια δεκαετία περίπου, στα πλαίσια ενός σεμιναρίου της Ε.Ε.Τ.Α.Α. για θέματα πρασίνου σε πτυχιούχους διαφόρων ειδικοτήτων ,δόθηκε ένα θέμα για το «πως θα ήθελαν να είναι το σπίτι τους, η γειτονιά και η πόλη τους».  Όταν , επεξεργασθήκαμε συνολικά τις απόψεις των συμμετεχόντων, οδηγηθήκαμε σε ένα ιδεατό αστικό κέντρο όπου το ΠΡΑΣΙΝΟ  κυμαίνονταν από 50-70%.Σπίτια, σχολεία, καταστήματα, δρόμοι, πλατείες, αθλητικά  κέντρα, ιδρύματα, κέντρα αναψυχής ,εργοστάσια, είχαν «ντυθεί» με πράσινο ,δημιουργώντας  ένα οικιστικό σύνολο μέσα σε ένα τεράστιο πάρκο . Μια πόλη μέσα στο δάσος. Θυμάμαι ακόμα ότι ,κοιταζόμασταν στην αίθουσα μεταξύ μας και ονειρευόμασταν. Πόσο όμορφη θα μπορούσε να είναι η ζωή μας.

       Αρκεί αυτό για να ορίσουμε τα χαρακτηριστικά και την ποιότητα του περιβάλλοντος ενός αστικού κέντρου? Αναμφίβολα όχι. Οι πόλεις αποτελούν οικιστικά και παραγωγικά συστήματα με σύνθετες λειτουργίες και δράσεις, τα οποία απορροφούν τεράστιες ποσότητες ενέργειας και παράγουν εξίσου σημαντικές ποσότητες προϊόντων αλλά και  απορριμμάτων και αποβλήτων.
                     Λειτουργίες που σε συνδυασμό με την κυκλοφορία των αυτοκινήτων, έχουν σοβαρές επιπτώσεις στα χαρακτηριστικά που περιγράφουν την ποιότητα του αστικού περιβάλλοντος.

          Οι σύγχρονες ελληνικές πόλεις αθροίζουν, στην εμφάνιση και το περιεχόμενο τους, εκτός από τις επιπτώσεις αυτές ,και  την υπερβολικά πυκνή δόμηση, δημιουργώντας ένα εκρηκτικό μίγμα, με   σοβαρές συνέπειες όχι απλά στην ποιότητα ζωής αλλά στην υγεία και την ψυχική ισορροπία των ανθρώπων.

        Όσο  πιο μεγάλη η έκταση που καταλαμβάνει ο δομημένος οικιστικός ιστός σε συνδυασμό με τις συμπληρωματικές  λειτουργίες στην περιαστική ζώνη, τόσο μεγαλύτερες οι επιπτώσεις   στα αρνητικά ποιοτικά χαρακτηριστικά  του αστικού περιβάλλοντος.
Γιατί οι δράσεις αυτές αναπτύσσονται στη βάση της παραβίασης των κύκλων της φύσης και της ρυθμιστικής ικανότητας του οικοσυστήματος . Κύκλοι που θέλουν εκτεταμένες περιοχές με χώμα ,νερό και βλάστηση για να λειτουργήσουν.

Ας, αναλογισθεί  ο καθένας, βάζοντας στη σειρά όλα τα θέματα αυτά ,

1.Πυκνή και εκτεταμένη δόμηση.
2.Κυκλοφορία αυτοκινήτων
3.Διαχείριση απορριμμάτων
4 Διαχείριση αποβλήτων
5 Ενεργειακή κατανάλωση   -πηγές, δίκτυα, αιχμή ενέργειας και κόστος
6 Κοινόχρηστοι χώροι-κατανομή, επιφάνεια. κατάσταση
7. Διαχείριση νερού ύδρευσης και ομβρίων
8.Περιαστική ζώνη , διάχυση μεταποιητικών μονάδων, ρύπανση υδροφορέα
9.Διαχείριση μπαζών


 σε τι κατάσταση βρίσκονται όλες οι ελληνικές πόλεις ,μεγάλες ,μεσαίες ,μικρές όχι μόνον από πλευράς περιβάλλοντος αλλά και υποδομών.

      Και ας αναζητήσει τους υπεύθυνους  ενός μοντέλου ανάπτυξης που επιμένει  να μετράει την ποιότητα ζωής με δείκτες ,τον αριθμό των κλιματιστικών ανά κάτοικο και την συχνότητα αλλαγής των αυτοκινήτων έστω και με δανεισμό.

-Σύμφωνα με την ΗΑΒΙΤΑΤ AGENDA «η βιωσιμότητα των κοινωνιών εξαρτάται από την ισορροπία των φυσικών οικοσυστημάτων και τη βιωσιμότητα των πόλεων».
Πόλεων όπου , το φυσικό και το ανθρωπογενές περιβάλλον αλληλοσυμπληρώνονται  και εξασφαλίζουν μακροπρόθεσμα την υγεία , την ασφάλεια και την ποιότητα ζωής όλων των κατοίκων, και ιδιαίτερα των υποβαθμισμένων περιοχών.
           
 Η κατάσταση του λεκανοπεδίου Αττικής ,αλλά και του οικιστικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης βρίσκονται σε ιδιαίτερα  μεγάλη δυσκολία να εκπληρώσουν τις παραπάνω προϋποθέσεις , αν συνυπολογίσουμε  και την συνεχιζόμενη αστικοποίηση. Παρά τα όσα λέγονται και εξαγγέλλονται  κατά καιρούς, και με δεδομένη την επιβάρυνση των κλιματικών συνθηκών, η περιβαλλοντική κατάσταση και των δύο μεγάλων οικιστικών συγκροτημάτων συνεχώς χειροτερεύει. Τα οικοδομήματα πυκνώνουν και ψηλώνουν, τα αυτοκίνητα πολλαπλασιάζονται, τα περιαστικά τους δάση εξαφανίζονται, οι κοινόχρηστες περιοχές κινούνται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. 
             Η περιαστική ζώνη «στάζει» εξασθενές χρώμιο. Αν σε αυτά προστεθεί και η ποιότητα των τυποποιημένων τροφίμων που διακινείται σε  εκατομμύρια ανθρώπους ,η συσχέτιση με το τρίπτυχο : στέγη –τροφή –περιβάλλον  που η HABITAT AGENDA προωθεί στην κατεύθυνση της αειφορίας των πόλεων, είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική .
 Οι κοινωνίες των δύο συγκροτημάτων ,  δημιουργούν την αίσθηση ότι αδυνατούν να αντιδράσουν σε μια διαδικασία που οδηγεί στην απόλυτη υποβάθμιση της ποιότητας ζωής, συγχρωτισμένες με ένα καταναλωτικό πρότυπο που δημιουργεί περισσότερα προβλήματα  από όσα λύνει.

-Το αστικό περιβάλλον ξεκινάει από την πόρτα του κάθε σπιτιού, διαπερνά όλους τους δρόμους και τους ανοικτούς χώρους της πόλης, διαχέεται στην ευρύτερη περιαστική περιοχή  και καταλήγει στα όρια της υδρογεωλογικής λεκάνης απορροής στην οποία ανήκει.
              Επειδή τα φυσικά κατακρημνίσματα αλλά και τα απόβλητα της ανθρώπινης δραστηριότητας συναθροίζονται μέσα από την κίνηση του νερού, οι λεκάνες απορροής σε συνδυασμό με τους βασικούς αποδέκτες  τους, αποτελούν το κύριο και υποχρεωτικό επίπεδο καθορισμού του διαχειριστικού πλαισίου του ευρύτερου αστικού και περιαστικού περιβάλλοντος. 

           Οι λεκάνες απορροής περιλαμβάνουν  οικιστικά συγκροτήματα ,δάση , βοσκότοπους , γεωργικές εκτάσεις, κτηνοτροφικές και μεταποιητικές μονάδες  που αθροιζόμενες συναποτελούν την γεωγραφία και την οικονομία της περιοχής. Όσο πιο μεγάλη η ανθρωπογενής παρέμβαση στα πλαίσια μιας λεκάνης απορροής, τόσο πιο μεγάλη η σημασία εξισορρόπησης και παρέμβασης στις δομημένες περιοχές, μέσα από την διαχείριση των φυσικών οικοσυστημάτων.

          Στην κατεύθυνση αυτή εντάσσονται και τα δίκτυα πρασίνου στα πλαίσια της «Αστικής οικολογίας»,που βελτιώνουν την λειτουργική συνάφεια των κοινόχρηστων χώρων ενός αστικού συγκροτήματος με την περιαστική ζώνη .Η αποσπασματική και μονόπλευρη υιοθέτηση επιλογών πρασίνου, έξω από τα πλαίσια του διαχειριστικού πλαισίου του ευρύτερου αστικού και περιαστικού  περιβάλλοντος, αδυνατίζει τις δυνατότητες εξισορρόπησης του φυσικού και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος ,  και περιορίζει την επίδραση του ,κύρια σε αισθητικές παρεμβάσεις  σε επίπεδο μιικροτοπίου. 
        Σε κάθε περίπτωση και πέρα από τον ελάχιστο ή ανύπαρκτο βαθμό οργάνωσης ενός  συνολικού  διαχειριστικού πλαισίου του αστικού περιβάλλοντος , που θα περιλαμβάνει το σύνολο ή ομάδες των δράσεων που αναφέρθηκαν παραπάνω, οι ελάχιστες και αποσπασματικές  λύσεις πρασίνου, επικαλύπτουν την άρνηση ουσιαστικά των φορέων εκπροσώπησης και εξουσίας, να χρηματοδοτήσουν πράσινο αξιόλογο για το περιβάλλον και τον άνθρωπο.


-Παρόμοια προβλήματα έχουν και οι μεσαίες πόλεις-πρωτεύουσες νομών ,αλλά και οι μικρές-πρωτεύουσες επαρχιών. Η «Αθηνοποίηση» έχει μετατρέψει το σύνολο αυτών των αστικών κέντρων σε πήγματα τσιμέντου-ασφάλτου –μετάλλου, όπου  στα πλαίσια αυτού του μοντέλου ανάπτυξης ,αγωνίζονται να αυξήσουν το πληθυσμό τους  ικανοποιώντας το ίδιο καταναλωτικό πρότυπο ,σε βάρος της ύπαρξης των οικισμών της υπαίθρου.


Στο πλαίσιο δράσης για αειφόρο αστική ανάπτυξη στην Ευρωπαική Ενωση (Com (1998) 605 τελικό),(HABITAT II) αναφέρονται τα εξής:
1)     Προστασία και βελτίωση του δομημένου περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς και προώθηση της βιοποικιλότητας και των χώρων πρασίνου στις αστικές περιοχές. 
2)     Προώθηση περισσότερο ολιστικών, ολοκληρωμένων και φιλικών προς το περιβάλλον προσεγγίσεων για τη διαχείριση των αστικών περιοχών στο εσωτερικό λειτουργικών αστικών περιοχών, ενδυνάμωση αναπτυξιακών προσεγγίσεων που βασίζονται στα οικοσυστήματα και αναγνωρίζουν την αλληλεξάρτηση ανάμεσα στην πόλη και την ύπαιθρο, βελτιώνοντας με τον τρόπο αυτό τη σύνδεση ανάμεσα στα αστικά κέντρα και στη γύρω ύπαιθρο.

       Σε μια τελείως διαφορετική κατεύθυνση από το πλαίσιο αυτό, για αειφόρο αστική ανάπτυξη , τα μικρομεσαία αστικά κέντρα βρίσκονται σε μια διαδικασία απορρόφησης σημαντικού ποσοστού του ελάχιστου αγροτικού πληθυσμού που αγωνίζεται να κρατηθεί στους οικισμούς της υπαίθρου.
      Η ενσωμάτωση και του τελευταίου τμήματος αγροτικού πληθυσμού ενισχύει τον ανταγωνιστικό διπολισμό στην κατεύθυνση ΠΟΛΕΙΣ-ΥΠΑΙΘΡΟΣ, και επιβαρύνει τις συνθήκες ζωής και στους δύο πόλους. Οι παράγοντες που περιγράφηκαν για την επιδείνωση της ποιότητας  ζωής στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα, ενισχύουν συνεχώς  την παρουσία τους  στο σύνολο των μικρομεσαίων αστικών κέντρων, υποθηκεύοντας παράλληλα το παραγωγικό υπόβαθρο της περιφέρειας και οδηγώντας σε μαρασμό   το ποικίλο εδαφοκλιματικό υπαίθριο τοπίο.
Και καταστροφή .

         Από την Λάρισα μέχρι τα Φάρσαλα, αλλά και προς όλες τις κατευθύνσεις του ορίζοντα , η Φύση έχει κυριολεκτικά ξυριστεί. Με έναν αναπτυξιακό παραλογισμό ,μέσα από την επαναλαμβανόμενη  για δεκαετίες μονοκαλλιέργεια του βαμβακιού, οι εξελίξεις στο έδαφος και τον υδροφόρο ορίζοντα οδηγούν τον Θεσσαλικό κάμπο στη ερημοποίηση και τους αγροτικούς οικισμούς σε περιβαλλοντική υποβάθμιση και παραγωγική απαξίωση. Με τον ίδιο παραλογισμό που καταστρέφεται όλη η παραλιακή γραμμή της Θεσσαλίας ,δημιουργώντας μια συνεχή οικοδομική γραμμή που απομονώνει κάθε λειτουργική σχέση με τις παραγωγικές δομές και το τοπίο του Κάτω Ολύμπου, του Κισσάβου και του Μαυροβουνίου.


Αντίθετα προς την κατεύθυνση αυτή , η υιοθέτηση ενός διαχειριστικού πλαισίου που θα ενσωματώσει τις κατευθύνσεις της αειφόρου ανάπτυξης ,στα πλαίσια των υδρογεωλογικών λεκανών, που ξεκινά από τα κέντρα των αστικών κέντρων και περιλαμβάνουν το σύνολο των φυσικών συστημάτων και των παραγωγικών δράσεων  που προσδιορίζει η φέρουσα ικανότητα του υπαίθριου οικοσυστήματος, αποτελεί ικανή και αναγκαία προϋπόθεση για σταδιακή αποκατάσταση του αστικού και του υπαίθριου τοπίου και σταθεροποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της περιφέρειας. Δάση ,βοσκότοποι, αγροτικές καλλιέργειες, αγροτικοί και κτηνοτροφικοί οικισμοί, υδροβιότοποι ,λόφοι, νερά, αποτελούν συστατικά του υπαίθριου τοπίου  που πρέπει να συνδεθούν με την ευρύτερη περιαστική ζώνη των πόλεων   Με την ευκαιρία αυτή ,επισημαίνεται σχετικά με την διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας ,ή αναγκαιότητα  χωροταξικού σχεδιασμού  με βάση την διαχείριση των φυσικών πόρων και τις παραγωγικές δυνατότητες  των λεκανών απορροής  στην κατεύθυνση της αειφόρου ανάπτυξης. Όλα  τα άλλα αποτελούν μπακαλίστικες προχειρότητες, που επιδιώκουν να μην εμποδίσουν την δράση των οικονομικών νόμων, στη κατεύθυνση της κατασπατάλησης των φυσικών πόρων και της τερατογένεσης των αστικών καταναλωτικών κέντρων.

        Η ψευδαίσθηση ότι μπορούμε στα πλαίσια του ισχύοντος μοντέλου αστικής ανάπτυξης , να βελτιώσουμε την ποιότητα ζωής με σποραδικές και τυχαίες παρεμβάσεις πρασίνου ,δεν επιβεβαιώνεται στην πράξη, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες αρκετών αξιοσέβαστων ανθρώπων και φορέων να συμβάλουν πολύπλευρα. Το μοντέλο αυτό συνολικά επιτρέπει τόσες και τέτοιες παρεμβάσεις και πρασίνου, όσες  και τέτοιες που επιτρέπουν τα μεμονωμένα ποικίλα τεχνικά έργα που συνεχώς υλοποιούνται. Τα Ολυμπιακά έργα δεν ανέστειλαν τον κανόνα.

       Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στην αστική ανάπτυξη που ισχύει ειδικά στην χώρα μας , αντανακλώνται έντονα οι αντιθέσεις  που διέσπασαν  τις οργανικές σχέσεις ανάμεσα στο περιβάλλον και την ανάπτυξη ,ανάμεσα στην κατανάλωση και την ποιότητα ζωής, ανάμεσα στο ύπαιθρο και τις πόλεις ,ανάμεσα στην επιστήμη και το αποτέλεσμα της. Ενίσχυσαν όμως και εδραίωσαν την συμμετοχή σειράς παραγόντων που για ορισμένο χρονικό διάστημα συνέβαλαν πιο συγκεκριμένα στην λειτουργία του δοσμένου συστήματος ανάπτυξης. Οι εξελίξεις ,όλο και περισσότερο, αναζητούν μια πιο ολιστική προσέγγιση ,τέτοια που να ικανοποιεί την αειφορική ανάπτυξη .Σε μια τέτοια πορεία ,όλοι οι επιστημονικοί κλάδοι ,έχουν υποχρέωση να συνεργασθούν ισότιμα .

            Έτσι ή αλλιώς η στροφή είναι δύσκολη και οι ανταγωνιστικές σχέσεις δεν μπορούν να μετατραπούν  σε συναγωνιστικές, σε ανεξαρτησία από μια συνολική προσαρμογή στις φυσικές διαδικασίες .Στην κατεύθυνση αυτή θα μεγαλώσει ο ζωτικός χώρος παραγωγής και επιστημονικής συμμετοχής .Οι βιοτεχνολογικοί επιστήμονες καταλαβαίνουν πολύ πιο εύκολα ,πόση περισσότερη γνώση και προσπάθεια  χρειάζεται ,για να ισορροπήσει η φύση με την  παραγωγή και να προστατευθεί ο άνθρωπος. Προοπτική που αυξάνει αντικειμενικά το ειδικό βάρος  των γεωτεχνικών ,που πρέπει να στηρίξουν ένα διαφορετικό πλαίσιο ανάπτυξης. Που θα ξεκινά από την κορυφή του βουνού και θα σταματάει στην πλατεία του χωριού και της πόλης. Που θα αποκαταστήσει την οργανική σχέση του εκλεκτού εδαφοκλιματικού περιβάλλοντος και του  τοπίου, της ηπειρωτικής και της νησιώτικης χώρας ,με την  παραγωγή των προϊόντων ποιότητας και την ισόρροπη ανάπτυξη πόλης και χωριού. Το τοπίο είναι άμεσα συνυφασμένο με την κατοικία ,την  παραγωγή αγροτικών προϊόντων και τις διάφορες μεταποιητικές δραστηριότητες και αντανακλάει συνολικά την πολιτισμική κατάσταση μιας κοινωνίας. Ειδικά για την χώρα μας, η σχέση αυτή, θα καθορίσει σημαντικά την θέση της στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας.

          Η διάσπαση σε δάσος ,πόλη ,χωράφι, όπου το καθένα αποτελεί αντικείμενο αποκλειστικής επιστημονικής διαχείρισης, λειτούργησε από ένα σημείο και πέραν, σε βάρος της ανάπτυξης ,του περιβάλλοντος και του συνόλου των γεωτεχνικών.
       Από πολλά χρόνια πριν ,συγκεκριμένα το 1999 σε ημερίδα που πραγματοποίησαν οι γεωτεχνικοί των Δήμων στην Καλαμάτα, συναθροίζοντας παρά τις μικρές τους δυνάμεις ,ένα αποτύπωμα των συνεπειών του μοντέλου ανάπτυξης από τα μικρά χωριά μέχρι  τις μεγάλες πόλεις ,κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η ζωή και το μέλλον έχει ανάγκη από γεωτεχνικούς ανάπτυξης Χωρίς υπερβολή ,παράλληλα με την δήωση των φυσικών πόρων και την καταστροφή του αστικού και του υπαίθριου περιβάλλοντος, με την απαξίωση της αγροτικής οικονομίας και της περιφέρειας, με την υποβάθμιση της ποιότητας των τροφίμων και την συναλλαγματική αιμορραγία,  ,υποβαθμίστηκε   και το σύνολο των γεωτεχνικών κλάδων.

        Η  χώρα μοιάζει να αιωρείται ανάμεσα  στην συνέχιση αυτού του καταστροφικού από κάθε άποψη μοντέλου ,που αναπόφευκτα συνδέεται με κατεστημένα συμφέροντα και στον τρόπο που συνεχίζουν να μεγαλώνουν και να λειτουργούν οι πόλεις ,και στην ανάγκη να προχωρήσει στον δύσκολο αλλά αναγκαίο δρόμο της αειφόρου ανάπτυξης.
             Η σύνθεση και το επίπεδο οργάνωσης των γεωτεχνικών υπηρεσιών θα καθορισθεί από την πορεία των εξελίξεων ,στα πλαίσια της ενίσχυσης και της οργάνωσης των τοπικών κοινωνιών και της ισόρροπης ανάπτυξης πόλεων- υπαίθρου. Μέχρι τώρα οι ελάχιστοι παλιοί γεωτεχνικοί μερικών πόλεων της χώρας ,και μερικές εκατοντάδες νεοδιορισμένοι με την πρώτη διοικητική μεταρρύθμιση  στους αγροτικούς Δήμους, αγωνίζονται να σταθούν με αξιοπρέπεια χωρίς καμία βοήθεια ,ανάμεσα στις γνώσεις και στις ανάγκες, ανάμεσα  στον στείρο τεχνοκρατισμό και στον διοικητισμό.. 

          Κάποιες προσπάθειες συναδέλφων που ασχολούνται με τα έργα πρασίνου, να μπολιάσουν τις αγωνίες και το απροσδιόριστο πεδίο  μελέτης και εφαρμογής του έργου τους, με τους γεωτεχνικούς της τοπικής αυτοδιοίκησης ,ανασκαλίζουν τα ακροτελεύτια αντανακλαστικά μιας ανισόρροπης  αστικής ανάπτυξης.  Μια άμεση λύση ,σε μια μεταβατική περίοδο, αποτελεί η συγκρότηση γεωτεχνικών υπηρεσιών στις πρωτεύουσες των νομών και στις περιφέρειες της χώρας , με την προσδοκία η συγκρότηση μεγάλων δήμων προοπτικά ,να οδηγήσει σε διευρυμένες γεωτεχνικές υπηρεσίες που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της αειφόρου ανάπτυξης.  
          Για τους προσωρινούς μικρούς Δήμους πρέπει να λειτουργήσει αυτοτελές γεωτεχνικό γραφείο ,το άθροισμα των οποίων σε στελέχη και εμπειρία στους αναμενόμενους μεγάλους Δήμους, θα οδηγήσει επίσης σε διευρυμένες γεωτεχνικές υπηρεσίες. 
            Τα αντικείμενα ,οι μελέτες και το πεδίο εφαρμογής θα πρέπει να ορισθούν στα πλαίσια του ΓΕΩΤΕΕ με την ουσιαστική συνεργασία των γεωτεχνικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Η διαχείριση  των μελετών και των έργων, πρασίνου ,περιβάλλοντος και λοιπών εφαρμογών γεωτεχνικού αναπτυξιακού ενδιαφέροντος , να αποτελέσει διαδικασία ,νομικά κατοχυρωμένη ,των γεωτεχνικών υπηρεσιών.

           Κάθε άλλη προοπτική, αποτελεί αδιέξοδη επιλογή ,τα αποτελέσματα της οποίας σε όλα τα επίπεδα ήδη απολαμβάνουμε,-
Κώστας Δεληγιάννης
12/2/08,Λάρισα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου