Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις που έχουν προέρθει από τη μακροχρόνια λειτουργία των νεκροταφείων εντός των πολεοδομικών ιστών πιστεύω ότι είναι πολύ σοβαρές και γι ‘ αυτό έθεσα το ζήτημα της διερεύνησης και καταγραφής αυτών στο χώρο των νεκροταφείων και αντάλλαξα απόψεις με τους κ. Κασσιό καθηγητή ΕΜΠ, κ. Κοσμά καθηγητή εδαφολογίας στο ΓΠΑ, κ. Χατζηπαυλίδη λέκτορα μικροβιολογίας στο ΓΠΑ , κ. Νεκτάριο καθηγητή αρχιτεκτονικής τοπίου, το τμήμα Γεωλογίας ΑΠΘ , τον κ. Αποστολίδη μελετητή, συντάκτη της μελέτης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων στο νεκροταφείο του συνδέσμου Δήμων Πειραιά στη περιοχή Σχιστό.
Εστιάσαμε λοιπόν τις επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα, στο έδαφος, στα υδρογεωλογικά, στη βλάστηση αλλά δημιουργία πανίδας με κυριαρχία τα επιβλαβή έντομα και τρωκτικά και στην ανάγκη διερεύνησης και καταγραφής για να ληφθούν σαν αρχή για τη μελέτη ανάπλασης του χώρου του νεκροταφείου.
Ιστορικά στοιχεία – νομικό πλαίσιο
Η θρησκευτική πίστη με σημαντικότερο στοιχείο της ότι η ζωή συνεχίζεται μετά θάνατο με κάποια διαφορετική μορφή, είναι πανανθρώπινο φαινόμενο όλων των εποχών. Ο ενταφιασμός των νεκρών αποτελεί τακτική που δεν υπαγορεύτηκε μόνο από κάποια ανάγκη υγιεινής, αλλά κυρίως από την πίστη στη μεταθανάτιο ζωή.
Η θέση των νεκροταφείων αναφορικά με τους οικισμούς ποικίλλει στην πορεία της ιστορίας ανάλογα με το βαθμό συμφιλίωσης μεταξύ ζωής και θανάτου κάθε κοινωνίας. Το μέγεθος, το σχήμα και η αξία των ταφικών μνημάτων είναι αντανακλάσεις θρησκευτικών πεποιθήσεων, κοινωνικών συνθηκών, ταξικών διαφορών και γεωγραφικής ποικιλομορφίας.
Η τοποθεσία δημιουργίας του βασίστηκε στο Βασιλικό Διάταγμα του 1834 στο οποίο ορίζεται ότι «έκαστον νεκροταφείον πρέπει να απέχη από την πόλιν ή άλλον τινα κατωκοιμένον τόπον κ.λπ. τουλάχιστον 100 μέτρα».
ΙΔΡΥΣΗ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΔΟΜΗΣΗ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΑΥΤΑ
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-Θ > Αρθρον-190 (Αρθ-1 ΑΝ-445/68, Αρθ-1 παρ.1, 2 και παρ.3 ΑΝ-582/68, Αρθ-1 και Αρθ-2 ΠΔ-1128/80)
1. Ο τρόπος ίδρυσης και λειτουργίας κοιμητηρίων από άποψη υγιεινής και πολεοδομίας καθορίζεται με ΠΔ που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Έργων.
2. Η ίδρυση και συντήρηση κοιμητηρίων ανήκει στην αποκλειστική αρμοδιότητα των δήμων και κοινοτήτων οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να φροντίζουν έγκαιρα για την εξασφάλιση των απαιτούμενων χώρων. Οι χώροι αυτοί πρέπει να ευρίσκονται κατ' αρχήν εκτός σχεδίου πόλεως και μακριά από κατοικημένες περιοχές.
Τα κοιμητήρια περιβάλλονται πάντα με φυτείες (δέντρα και θάμνους) που καλύπτουν ζώνη με επαρκές πλάτος. Σε οποιονδήποτε χώρο απαλλοτριώνεται για να ιδρυθεί νέο κοιμητήριο πρέπει απαραίτητα να δημιουργείται μέσα στην έκταση που προορίζεται για τον σκοπό αυτό η προαναφερόμενη ζώνη πρασίνου ενώ το υπόλοιπο κεντρικό μέρος να χρησιμοποιείται ως κοιμητήριο. Μετά τη ζώνη πρασίνου δημιουργείται οδός η οποία περιβάλλει το κοιμητήριο.
3. Με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου η οποία εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνώμη επιτροπής που αποτελείται από το διευθυντή τεχνικών υπηρεσιών του νομού, τον προϊστάμενο της τεχνικής υπηρεσίας Δήμων και Κοινοτήτων της νομαρχίας και το νομίατρο ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες ως προς την επιλογή των θέσεων των κοιμητηρίων και την τοπική τους διάταξη καθώς και, γενικά, κάθε σχετικό ζήτημα. Ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού γνωμοδοτεί όσον αφορά περιοχές που ευρίσκονται κοντά σε κύριες οδικές αρτηρίες και παραλιακούς ή τουριστικούς γενικά χώρους.
4. Παλαιά κοιμητήρια που για οποιοδήποτε λόγο έχουν αχρηστευθεί και αποκλείεται να μεταφερθούν για θρησκευτικούς λόγους δενδροφυτεύονται και εξωραϊζονται μεταβαλλόμενα σε άλση.
5. Τα ιδρυόμενα ή επεκτεινόμενα κοιμητήρια πρέπει να απέχουν τουλάχιστον 250 μέτρα από το άκρο του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως, 100 μέτρα από μεμονωμένες κατοικίες, 100 μέτρα από φρέατα και 50 μέτρα από πηγές πόσιμου νερού. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να μη δημιουργείται κίνδυνος να ρυπανθεί ή να μολυνθεί ο υδροφόρος ορίζοντας από τον οποίο τροφοδοτούνται τα προαναφερόμενα φρέατα και πηγές. Τα κοιμητήρια πρέπει επίσης να απέχουν τουλάχιστον 1500 μέτρα από νοσοκομεία και κλινικές γενικά. Η απόσταση αυτή μπορεί να περιοριστεί μέχρι 500 μέτρα στις περιπτώσεις που τα κοιμητήρια δεν είναι αμέσως ορατά από τα νοσοκομεία ή τις κλινικές γενικά και ταυτόχρονη η κύρια οδός προσπέλασής τους δεν περνά μπροστά από τα κοιμητήρια.
6. Απαγορεύεται να εγκρίνεται νέο και να επεκτείνεται υφιστάμενο σχέδιο πόλεως, να ανορύσσεται φρέαρ πόσιμου νερού και να ιδρύονται νέα νοσοκομεία ή κλινικές σε αποστάσεις από υφιστάμενα κοιμητήρια που να είναι μικρότερες από τις καθοριζόμενες στην προηγούμενη παράγραφο.
7. Τα κοιμητήρια πρέπει να ευρίσκονται σε ευάερες θέσεις όπου οι επικρατούντες άνεμοι να μην κατευθύνονται προς τις κοντά σε αυτά κατοικημένες περιοχές. Η περιοχή τους πρέπει να μην πλημμυρίζει και να αποστραγγίζεται καλά. Τα αποστραγγιζόμενα όμβρια νερά πρέπει να μην ρυπαίνουν ή μολύνουν φρέατα ή άλλες πηγές πόσιμου νερού που ευρίσκονται σε μικρή απόσταση.
8. Οι διατάξεις των παρ. 5 έως 7 εφαρμόζονται και στους Χώρους ταφής των μονών και των ησυχαστηρίων. Κατ' εξαίρεση, με απόφαση του νομάρχη που εκδίδεται μετά σύμφωνη γνώμη της Υγειονομικής Υπηρεσίας επιτρέπεται να μειωθούν οι αποστάσεις από εγκεκριμένα σχέδια οικισμών, κατοικίες ή πηγές υδροληψίας.
2 . Μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων
Οι προδιαγραφές που πρέπει να πληροί ένας χώρος για να επιλέγει, με τα ισχύοντα σήμερα, ως χώρος για νεκροταφείο, είναι σύνθετες και αυστηρές. Τα κριτήρια επιλογής αφορούν την καταλληλότητα των γεωλογικών σχηματισμών, την μορφολογία του εδάφους, τις υδρογεωλογικές συνθήκες της περιοχής, την χωροθέτηση του νεκροταφείου σε σχέση με άλλες κοινωνικές δραστηριότητες, αλλά και τις προοπτικές ανάπτυξης της περιοχής, οικιστικής, οικονομικής, κοινωνικής κλπ.
Το σοβαρότερο πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε σήμερα από την μέχρι πρότινος λειτουργία του νεκροταφείου είναι να μην έρθουν σε επαφή, είτε με τον αέρα, είτε με τα υπόγεια νερά της περιοχής, τα προϊόντα της αποσύνθεσης. Για το λόγο αυτό το έδαφος του νεκροταφείου πρέπει να αποτελείται από πορώδες μέσο σε αρκετό πάχος και οριζόντιο ανάπτυγμα. Το έδαφος αυτό προσφέρει συνθήκες αργής σταθερής και αποτελεσματικής διήθησης. Έτσι τα νερά της βροχής που κατεισδύουν στο έδαφος του νεκροταφείου και που στη συνέχεια επιβαρύνονται με τα προϊόντα της αποσύνθεσης, καταλήγουν στον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα με χημική και βιοχημική επιβάρυνση σε ανεκτά επίπεδα. Αν, επομένως, η αποστράγγιση είναι πολύ γρήγορη, δεν θα γίνεται ανεπαρκής αυτοκαθαρισμός και θα επιβαρύνεται ο υδροφόρος ορίζοντας που διέρχεται κάτω από το νεκροταφείο. Αντίθετα, αν η αποστράγγιση είναι πάρα πολύ αργή, ή δεν γίνεται καθόλου αποστράγγιση, προκαλείται υπερύψωση στάθμης και επαφή των υγρών με χημική και βιοχημική επιβάρυνση, με το ατμοσφαιρικό περιβάλλον του ίδιου του νεκροταφείου.
Για τον προσδιορισμό της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης που προκαλείται στο έδαφος των κοιμητηρίων από τους μικροοργανισμούς θα πρέπει να μελετηθεί ο ρυθμός επιβίωσης ιών και βακτηρίων σ’ αυτό.
Η επιβίωση και η παραμονή των μικροοργανισμών στο έδαφος εξαρτάται από τον τύπο του εδάφους του κοιμητηρίου, τη θερμοκρασία του εδάφους, τη βροχή και τέλος από το είδος των μικροοργανισμών που αναπτύσσονται σ’ αυτό.
Η τιμή του ρυθμού θανάτωσης των μικροοργανισμών διπλασιάζεται, με την αύξηση της θερμοκρασίας του εδάφους κατά 10ο C σε θερμοκρασίες μεταξύ 5 – 30ο C. Έτσι η επιβίωση των μικροοργανισμών επιτυγχάνεται σε χαμηλότερες θερμοκρασίες. Το pH που ευνοεί την αύξηση των μικροοργανισμών είναι μεταξύ 6 -7. Όταν το pH γίνεται όξινο επιταχύνεται ο ρυθμός θανάτου τους. Το ίδιο συμβαίνει και όταν το pH βρίσκεται στην αλκαλική περιοχή.
Στο έδαφος των νεκροταφείων ενδημούν κυρίως ιοί του γένους Poliovirus (ο ιός της πολυομυελίτιδας), οι οποίοι μπορούν να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις μέσα στα αμμώδη και στα αμμώδη με χαλίκια εδάφη. Έχει αναφερθεί επιβίωση των συγκεκριμένων ιών στο έδαφος, σε θερμοκρασία μεταξύ 4 -20ο C για 84 ημέρες, χωρίς να επηρεασθεί στο ελάχιστό η μεταναστευτική τους ικανότητα. Τα αργιλώδη εδάφη, έχουν μεγάλη ικανότητα συγκράτησης των ιών. Εργαστηριακές μετρήσεις έχουν δείξει παρουσία των συγκεκριμένων ιών σε βάθος 5 cm από την επιφάνεια του εδάφους.
Κατά την αποσύνθεση του ανθρωπίνου σώματος, το έδαφος εμπλουτίζεται με οργανική ύλη και οξείδιο του σιδήρου. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την ανάπτυξη βακτηρίων, στα συγκεκριμένα εδάφη. Μεγάλος αριθμός παθογόνων βακτηρίων έχουν εντοπισθεί σε εδάφη κοιμητηρίων.
Συμπερασματικά, η μόλυνση που προκαλείται στο περιβάλλον από την ύπαρξη κοιμητηρίων είναι σημαντική, ποικίλει όμως ανάλογα με τον τύπο του εδάφους του κοιμητηρίου και τη διαχείριση που γίνεται σε αυτό από την πολιτεία. Σ’ ένα κοιμητήριο με σωστές συνθήκες αερισμού του εδάφους και καλό αποχετευτικό σύστημα, οι πιθανότητες μόλυνσης του περιβάλλοντος μειώνονται σημαντικά.
Εξίσου σημαντική μέριμνα για όλες τις ανωτέρω μικροβιολογικές παραμέτρους πρέπει να ληφθεί και στις περιπτώσεις ανάπλασης παλαιών νεκροταφείων, ώστε να διασφαλισθεί η υγεία των κατοίκων της περιοχής.
Όμως, ακόμη κι αν αυτά εξασφαλιστούν, οι προδιαγραφές λένε ακόμη:
- Ο υπόγειος υδροφόρος ορίζοντας να μην ανεβαίνει ποτέ, χειμώνα- καλοκαίρι, σε στάθμη υψηλότερη των 2,50 μ. από την επιφάνεια του εδάφους.
- Ο χώρος του νεκροταφείου να απέχει από το άκρο του συγκεκριμένου σχεδίου πόλεως (για τους αυθαίρετους οικισμούς δεν λένε τίποτε!) 250 μ., 100 μ. από μεμονωμένες κατοικίες, 100 μ. από φρεάτια, 50 μ. από πηγές πόσιμου νερού, 1500 μ. από νοσοκομεία ή κλινικές (500 μ. αν δεν υπάρχει οπτική επαφή και δεν περνάει ο κύριος δρόμος προς το νεκροταφείο μπροστά από το νοσοκομείο).
- Τα νεκροταφεία να βρίσκονται σε θέσεις που αερίζονται καλά και οι επικρατούντες άνεμοι να μην έχουν κατεύθυνση προς τις γειτονικές κατοικημένες περιοχές.
- Ο χώρος του νεκροταφείου να μην πλημμυρίζει με την πρώτη βροχούλα, αλλά να υπάρχει ένα, καλά οργανωμένο, σύστημα γρήγορης αποστράγγισης των βρόχινων νερών.
- Η πρόσβαση στα νεκροταφεία να μην γίνεται μόνο από έναν δρόμο- σκεφτείτε μπροστά από το σπίτι σαν να περνούν 4- 5 νεκρικές πομπές κάθε μέρα.
- Η μορφολογία της περιοχής πρέπει να είναι ομαλή και επίπεδη και να εξετάζονται πιθανά κατολισθητικά φαινόμενα κάθε μορφής. Κατάλληλοι γεωλογικοί φαινόμενα κάθε μορφής. Κατάλληλοι γεωλογικοί σχηματισμοί θεωρούνται ο προσχωσιγενείς, οι σχιστόλιθοι, οι ασβεστολιθικοί τάφροι και τραβερτίνες και άλλοι που αποσαθρώνονται σχετικά εύκολα και έχουν μεγάλο συντελεστή υδροπερατότητας. Ακατάλληλα θεωρούνται τα ανθρακικά πετρώματα (ασβεστόλιθοι, δολομίτες, μάρμαρα), τα αργιλικά, οι γυψούχοι σχηματισμοί, κλπ.
Τα πράγματα, δηλ., είναι πολύ σοβαρά και οι προϋποθέσεις αυτές δεν είναι καθόλου εύκολο να εξασφαλιστούν στην πράξη. Βέβαια όταν τα περιθώρια είναι ασφυκτικά, σε ότι αφορά τους γεωλογικούς σχηματισμούς, είναι δυνατόν να γίνουν κάποιες εργασίες (επιχωματώσεις ή εκχωματώσεις, κατασκευή μικρών τάφρων για την αποστράγγιση των νερών, κλπ.), που αποκαθιστούν τις φυσικές ελλείψεις της περιοχής.
Όμως, ακόμη κι αν γίνουν όλα αυτά, για πόσα χρόνια μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο ίδιος χώρος ως νεκροταφείο;
Έχει γίνει πια περίπου συνηθισμένο φαινόμενο, σε ορισμένα νεκροταφεία που λειτουργούν με εντατικούς ρυθμούς, να ξεθάβεται κάποιος νεκρός μετά από 4- 5 χρόνια και να μην έχει “λιώσει”. Ευτυχώς που πλέον είναι γνωστό ότι το πρόβλημα της αποσύνθεσης έχει γίνει πια δύσκολο, σχεδόν αδύνατο, σε τέτοια νεκροταφεία.. Έχει παρατηρηθεί, ότι είναι δυνατόν, ακόμη και μετά από 10 μόλις χρόνια λειτουργίας, η περιεκτικότητά τους σε προϊόντα από την αποσύνθεση των πτωμάτων ήταν τόσο ανεβασμένη, ώστε έθεταν θέμα ακαταλληλότητας του χώρου αυτού για την ίδια χρήση. Ενώ δηλ. το ποσοστό του αδιάλυτου πτώματος στο έδαφος που το “φιλοξενεί”, έπρεπε να είναι 4- 5% για να χαρακτηρισθεί ως κατάλληλος ο χώρος ή έστω 10- 12% για το μέγιστο ανεκτό ποσοστό καταλληλότητας, παρατηρήθηκαν ποσοστά, ακόμη και της τάξεως του 60%.
Το πρόβλημα, λοιπόν, της επιλογής κάποιου χώρου για νεκροταφείο είναι σύνθετο και δύσκολο. Απαιτεί το συνδυασμό πολλών κριτηρίων, κοινωνικών, οικιστικών, αλλά και εδαφολογικών, γεωλογικών - υδρογεωλογικών. Μπορεί να δείχνουμε μεγάλη κατανόηση για την επιλογή της θέσης των νεκροταφείων που βρίσκονται, τώρα πλέον, ανάμεσα σε σπίτια, μαγαζιά ή κάποιους κοινόχρηστους χώρους. Όμως αυτό δεν απαλλάσσει κανέναν για τη σημερινή εικόνα που έχουν τα νεκροταφεία στο λεκανοπέδιο και κυρίως για το ποια θα είναι προοπτικά, η αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού. Μπορεί δηλ. ο χώρος για τα σημερινά νεκροταφεία να επιλέχθηκε στην εποχή τους με τα όποια κριτήρια ήταν τότε γνωστά, μπορεί στη συνέχεια οι συνεχείς οικιστικές επεκτάσεις να έφεραν σε απόσταση αναπνοής νεκρούς με ζωντανούς, αλλά τώρα τι γίνεται;
Λειτουργούν χωρίς μια συστηματική παρακολούθηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. συνθηκών από την άποψη της καταλληλότητας τους; Δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια μας, ούτε, πολύ περισσότερο, τη ,μύτη μας μπροστά σ’ ένα πρόβλημα που δρα αθροιστικά με τα άλλα προβλήματα περιβάλλοντος των μεγαλουπόλεων.
Αυτά συμβαίνουν σε γενικές γραμμές και στη περίπτωση όλων των παλιών νεκροταφείων, ευκαιριακά τοποθετήθηκαν σ’ αυτούς τους χώρους, το έδαφος δεν γνωρίζουμε αν πληροί τις προϋποθέσεις που προαναφέραμε, είναι στις περισσότερες φορές επικλινές, με αποτέλεσμα τα όμβρια να λιμνάζουν η στο κάτω μέρος να μεταφέρουν φερτές και τα στραγγίσματα η να έχουμε και πλημμύρες στο χώρο του νεκροταφείου, δεν υπάρχει δίκτυο αποστράγγισης και επειδή καθυστερούσε η αποσύνθεση των ιστών είχε δημιουργηθεί χώρος για « τους άλιωτους». Ο τρόπος και οι συνθήκες λειτουργίας επέφεραν επιπτώσεις στο περιβάλλον που πρέπει να διερευνηθούν και από ανάλυση των συμπερασμάτων να δοθούν οδηγίες οι οποίες θα είναι οι αρχές για την ανάπλαση του χώρου.
Για τους παραπάνω λόγους πρέπει νε διερευνηθούν οι επιπτώσεις:
Α. Κλίμα
Περιγραφή των κλιματολογικών που επικρατούν στη περιοχή.
Β. Έδαφος
Χαρτογράφηση εδαφών σε όλη την επιφάνεια του νεκροταφείου. Εδαφοτομές σε βάθος 2 μ. και ανά στρέμμα επιφάνειας. Μέτρηση της κοκκομετρικής σύστασης, της οργανικής ουσίας της κατανομής του φώσφορου, του ολικού αζώτου του νιτρικού αζώτου και μικροβιακής χλωρίδας κατά στρώσεις. . Μηχανική σύσταση του εδάφους
Κατάταξη στις ακόλουθες ομάδες ανάλογα με την περιεκτικότητα σε άμμο, ιλύς,
άργιλο. Ομάδα αμμωδών (ελαφρά εδάφη ), Ομάδα πηλωδών (μέσης σύστασης εδάφη)
Ομάδα αργιλωδών (βαρέα εδάφη ), Το pΗ και η ρυθμιστική ικανότητα του εδάφους
Θρεπτικά στοιχεία και ιχνοστοιχεία
Γ. Υδρογεωλογικές συνθήκες
Η εξέταση των υδρογεωλογικών συνθηκών στην ευρύτερη περιοχή του νεκροταφείου έχει ως στόχο τη διερεύνηση των συνθηκών κυκλοφορίας του υπόγειου νερού και της τροφοδοσίας του, τον διαχωρισμό των επιμέρους υδροφοριών που αναπτύσσονται.
Στα πλαίσια της υδροτεχνικής μελέτης που πρέπει να εκπονηθεί μέσα στο χώρο του νεκροταφείου πρέπει να γίνουν δύο γεωτρήσεις της επιφάνειας απορροής, για να μετρηθεί η στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα και να ληφθούν δείγματα νερού για χημική και μικροβιολογική ανάλυση ώστε να μην προκύπτει κίνδυνος ρύπανσης ή μόλυνσης του υπόγειου υδροφόρου στρώματος. Έχει διαπιστωθεί ότι ρυπαντές προερχόμενοι από νεκροταφεία μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά τη χημεία ενός υδροφόρου ορίζοντα.
Υδρολιθολογική ταξινόμηση
Πρέπει να διερευνηθεί η περιοχή για τους σχηματισμούς υδρολιθολογικής συμπεριφοράς.
Γεωλογικός χάρτης ευρύτερης περιοχής του νεκροταφείου
Αναπτυσσόμενες υδροφορίες
Δείκτες ελέγχου ποιότητας υπόγειου νερού
Κατά τη διάρκεια των εργασιών υπαίθρου πρέπει να συλλεχτούν δείγματα υπόγειου
νερού τα οποία θα αποσταλούν σε εξειδικευμένο εργαστήριο προκειμένου να αναλυθούν. Οι παράμετροι που μπορεί να επηρεάζονται από το κοιμητήριο και που εν προκειμένω χρησιμοποιούνται ως δείκτες είναι: το μικροβιακό φορτίo, η αμμωνία, τα νιτρικά, τα νιτρώδη, ο ολικός οργανικός άνθρακας (Total Organic Carbon [TOC]), το χημικά απαιτούμενο οξυγόνο (Chemical Oxyzen Demand [COD]), και το βιοχημικώς απαιτούμενο οξυγόνο (Βiochemical Oxygen Demand [BOD]). 'Άλλες παράμετροι που μετρήθηκαν ήταν το pH και η αγωγιμότητα. Οι παραπάνω "δείκτες" μπορεί να επηρεάζονται και από άλλες πηγές ρύπανσης. Επομένως για να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις στο περιβάλλον, που οφείλονται στο κοιμητήριο, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι γεωλογικές, υδρογεωλογικές συνθήκες και οι οποιεσδήποτε δραστηριότητες στην ευρύτερη περιοχή ενδιαφέροντος. Στην δεύτερη φάση θα αναλυθούν δείγματα νερού για τις παραπάνω παραμέτρους καθώς και για βαρέα μέταλλα (Αρσενικό, Κάδμιο, Χρώμιο, Χαλκό, Μόλυβδο, Νικέλιο, Ψευδάργυρο, Κυανιούχα, Σίδηρο).
Συλλογή δειγμάτων
Η διερεύνηση της ποιότητας του υπόγειου νερού θα πραγματοποιηθεί με συγκεκριμένη μεθοδολογία για να διαπιστωθεί εάν υπάρχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον
Η συλλογή πρέπει να γίνει σε δύο περιόδους . Περίοδο βροχοπτώσεων και ανομβρίας.
Τα δείγματα θα αποσταλούν σε έγκυρο εργαστήριο και θα αναλυθούν για τις εξής παραμέτρους:
pH, Αγωγιμότητα, Χλωριούχα, Μικροβιακό φορτίο, COD, TOC, BOD, Αμμωνία, Νιτρικά, Νιτρώδη. Τα δείγματα της δεύτερης φάσης θα αναλυθούν και για τα προαναφερθέντα βαρέα μέταλλα.
Αξιολόγηση αποτελεσμάτων χημικής ανάλυσης και σύγκριση αποτελεσμάτων με ανώτατα επιτρεπτά όρια και χαρακτηριστικές τιμές ρύπων
Το υπόγειο νερό στην περιοχή ενδιαφέροντος δεν είναι πόσιμο και δεν είναι κατάλληλο για την πλειοψηφία των χρήσεων. Οι τιμές που θα παρατηρηθούν στα αναλυθέντα δείγματα, πρέπει να συγκριθούν με αυτές που έχουν καθορισθεί για τη διάθεση αποβλήτων σε φυσικούς αποδέκτες, καθώς και με τις χαρακτηριστικές τιμές των ρύπων σε διάφορα νερά και απόβλητα. Οι προδιαγραφές και οι ανώτατες τιμές των δεικτών ρύπανσης ποικίλλουν για τις διάφορες κατηγορίες νερού και αποβλήτων προς διάθεση σε φυσικούς αποδέκτες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η υπ. Αριθ. 22374/91/94 απόφαση Νομάρχη Θεσσαλονίκης με την οποία ορίζονται οι «Όροι διαθέσεως των λυμάτων και υγρών βιομηχανικών αποβλήτων σε φυσικούς αποδέκτες και καθορισμός της ανώτερης τάξεως χρήσεως των υδάτων τους στο Νομό Θεσσαλονίκης» καθώς και η υπ. αριθ.
179182/656/79 απόφαση του Νομάρχη Αττικής «Περί διαθέσεως υγρών αποβλήτων από τις παραγωγικές διαδικασίες των βιομηχανιών περιοχής μείζονος πρωτευούσης δια του δικτύου υπονόμων και των ρευμάτων που επιτρέπονται στον Κ.Α.Α και που εποπτεύονται από τον Ο.Α.Π., με αποδέκτη τη θαλάσσια περιοχή Κερατσινίου Πειραιώς». Σε αυτές ορίζονται τα ανώτατα επιτρεπτά όρια διάθεσης αποβλήτων ανάλογα με την προοριζόμενη χρήση των υδάτων. Ως συγκριτικά στοιχεία παρατίθενται οι κατώτερες τιμές από τα επιτρεπτά όρια σε αποδέκτες που δεν προορίζονται για χρήση πόσιμου ύδατος ή για κολύμβηση ή για διάθεση σε ρέματα. Σημειώνεται ότι σε άλλες παρόμοιες αποφάσεις τα ανάλογα όρια είναι υψηλότερα ή και χαμηλότερα ανάλογα με την προοριζόμενη
χρήση των υδάτων:
Μικροβιακή μόλυνση
Οι δείκτες τις μικροβιακής μόλυνσης δείχνουν η όχι εάν το νερό εμφανίζει μικροβιακή μόλυνση . Τα επίπεδα μόλυνσης υποδεικνύουν νερά μέτρια (1000-5000 κολοβακτηρίδια/100 ml) έως έντονα μολυσμένα (10000-100000 κολοβακτηρίδια / 100 ml) και οι τιμές είναι εκτός οποιονδήποτε επιτρεπτών ορίων, η ορίων διάθεσης.
Εκτίμηση της μέσης γραμμικής ταχύτητας (Seepage Velocity)
H μέση γραμμική ταχύτητα, που εκπροσωπεί την ταχύτητα κίνησης του υπόγειου νερού μεταξύ δύο σημείων, υπολογίζεται από τον τύπο Vs= K I / ne (Fetter, 1980, 1993, 1994), όπου K η υδραυλική αγωγιμότητα, Ι η υδραυλική κλίση της πιεζομετρικής επιφάνειας και ne το ενεργό πορώδες (effective porosity).
Εκτίμηση ρύπανσης που οφείλεται από τη λειτουργία του νεκροταφείου
Προκειμένου να εκτιμηθεί η μόλυνση και ρύπανση που προέρχεται από το κοιμητήριο πρέπει να αξιολογηθεί το σύνολο των δεδομένων που έχουν συλλεχθεί μέχρι σήμερα καθώς και τα στοιχεία όπως παρουσιάσθηκαν ανωτέρω .
Δ. Βλάστηση
Περιγραφή της υπάρχουσας βλάστησης καταγραφή των ειδών που βρίσκονται στο χώρο του νεκροταφείου και αξιολόγηση τους από ρύπους που επηρεάζουν την ανάπτυξη τους.
Ε. Πανίδα
Εδαφοπανίδα αποτελεί σημαντικό κομμάτι για την λειτουργία ενός οικοσυστήματος.
Πρέπει πραγματοποιηθεί δειγματοληψία εδαφόβιας πανίδας, κατά την περίοδο του καλοκαιριού (Ιούνιος-Σεπτέμβριος), με τη χρήση των παγίδων παρεμβολής (pitfall traps).
Για την καταγραφή της υπόλοιπης πανίδας πρέπει να δοθεί προσοχή ιδιαίτερα στα επιβλαβή έντομα και στα τρωκτικά και προσέγγιση στους πληθυσμούς.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ :
ΝΕΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ,ΤΕΥΧΟΣ 172, 3/1999 ΣΑΚΗΣ ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΗΣ
ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ
ΛΙΒΑΔΙΩΝ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΤΗΛΟΥ
Περλέρος Β.1 , Αντωνιάδης Κ.2, Δρακοπούλου Ε.3
1 Γεωλόγος, Διονύσου 56, 152 34 Χαλάνδρι,
2 Γεωλόγος ΜSc, Μελ. Μερκούρη 43, 16232 Βύρωνας
3 Γεωλόγος, Αισχύλου 4, 19009
Α΄ Κοιμητήριο Αθηνών, Η γαλήνια συνύπαρξη διαφορετικών πολιτισμών.
Μαρία Δανιήλ, αρχιτέκτονας, ΜSc Ε.Μ.Π. Προστασία ΜνημείωνΤΑ ΕΔΑΦΗ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΙΣΤΟΥ ΣΤΑ ΕΡΓΑ ΠΡΑΣΙΝΟΥ
Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις που έχουν προέρθει από τη μακροχρόνια λειτουργία των νεκροταφείων εντός των πολεοδομικών ιστών
ΦΥΤΑ ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΔΑΦΟΥΣ
ΤΟ ΕΔΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΑΙ ΣΤΑ ΕΡΓΑ ΠΡΑΣΙΝΟΥ
Άρθρα του Μανώλη Καπάνταη:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου