Κυριακή 31 Ιουλίου 2016

Ωφέλιμα Έντομα


Εκτός από την μέλισσα (μέλι, γύρη, πρόπολη, κερί και στον κεφαλαιώδη ρόλο της στην επικονίαση των φυτών) και τον μεταξοσκώληκα (μετάξι), υπάρχει σωρεία εντόμων που πραγματικά είναι ωφέλιμα στη φύση και τον άνθρωπο.
Υπάρχουν εκείνα που τρέφονται με επιζήμια έντομα (κατά τον συνάδελφο Κώστα Τάτση « έντομα – ευεργέτες»)  και πολλά που δίνουν χρήσιμα έως πολύτιμα προϊόντα, όπως τα κηκιδιγόνα.

Τα έντομα που τρέφονται με επιζήμια έντομα αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο για την ‘βιολογική καταπολέμηση’.
Chalcidoidea  ς

Η βιολογική καταπολέμηση είναι εναλλακτική μέθοδος φυτοπροστασίας όπου αντί χημικών σκευασμάτων χρησιμοποιούνται ωφέλιμοι οργανισμοί που τρέφονται με καταστρεπτικά φυτοφάγα έντομα και ακάρεα. Απώτερος στόχος είναι η παραγωγή γεωργικών προϊόντων ποιότητας με μηδενικά χημικά υπολείμματα.
Υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες ωφέλιμων εντόμων. Τα αρπακτικά και τα παρασιτοειδή. 




Παρασιτοειδή

«Παρασιτοειδές» = έντομο που ζει επάνω ή μέσα σε άλλο έντομο – ξενιστή, τρέφεται από αυτό και τελικά το σκοτώνει και «Ξενιστής» = έντομο που έχει προσβληθεί  από  παρασιτοειδές

Περίπου το 10% των γνωστών εντόμων είναι εντομοφάγα παρασιτοειδή.  Τα περισσότερα ανήκουν στα Υμενόπτερα και μάλιστα στις Υπεροικογένειες  Chalcidoidea  και Ichneumonoidea  .


Τα Δίπτερα, περιλαμβάνουν αρκετές Οικογένειες παρασιτοειδών όπως τα Tachinidae και τα Braconidae, αλλά υπάρχουν και Στρεψίπτερα, ακόμη και Κολεοπτερα ή και Λεπιδόπτερα.
Η πρώτη και ίσως από τις πιο επιτυχημένες προσπάθειες κλασικής Βιολογικής Αντιμετώπισης πραγματοποιήθηκε με το αρπακτικό έντομο της οικογένειας Coccinellidae Rodolia (Vedalia) cardinalis, για την αντιμετώπιση του εντόμου της «βαμβακάδας» των εσπεριδοειδών Icerya purchasi.

Πιο πρόσφατο παράδειγμα στη χώρα μας, αποτελεί η αντιμετώπιση του «εριώδη αλευρώδη», Aleurothrixus floccosus. Η αντιμετώπιση του A. floccosus έγινε με εξαπολύσεις στις περιοχές καλλιέργειας εσπεριδοειδών του Cales noacki (Hymenoptera: Aphelinidae). Τα παρασιτοειδή όπως π.χ. το Cales noacki ή το Encarcia  formosa, γεννούν μέσα στο βλαβερό έντομο.
 Cales noacki

Το έντομο «Δάκος» (Bactrocera oleae) θεωρείται ο σημαντικότερος εχθρός της ελιάς στη χώρα μας, καθώς και σε όλες τις παραμεσόγειες χώρες. Οι κυριότεροι φυσικοί εχθροί του δάκου είναι τα παρασιτοειδή Υμενόπτερα Eupelmus urozonus, E. Martellii, Pnigalio mediterraneus, Eurytoma martellii, Cyrtoptyx latypes και Opius concolor.
Μεταξύ των φυσικών εχθρών του «λεκανίου της ελιάς» (Saissetia oleae) ως κυριότεροι αναφέρονται τα παρασιτοειδή Υμενόπτερα Metaphycus helvolus, M. lounsburyi, M. flavous, barletti, M. swirskii, και Diversinervus elegans.
Metaphycus helvolus

Το έντομο «Πυρηνοτρήτης» (Prays oleae), αποτελεί το δεύτερο κατά σειρά σπουδαιότητας εχθρό της ελιάς μετά τον δάκο σε πολλές περιοχές της χώρας μας. Οι κυριότεροι φυσικοί εχθροί του πυρηνοτρήτη, από πλευράς εντόμων, είναι τα παρασιτοειδή Δίπτερα Chelonus elaphilus, Ageniaspis fuscicollis και Trichogramma spp.
Tachinidae (Diptera):  Οι προνύμφες τους είναι ενδοπαράσιτα σε κάμπιες Λεπιδοπτέρων και προνύμφες Κολεοπτέρων, Υμενόπτερα, Ημίπτερα και Ακρίδες.

Σε αποθήκες γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, αρκετά Υμενόπτερα προσβάλλουν επικίνδυνα έντομα αποθηκών:

Το Ichneumonidae Venturia canescens παρασιτεί  στο Λεπιδόπτερο  Plodia interpunctella
Τα Pteromalidae  Anisopteromalus calandrae και Choetospila elegans, σε Κολεόπτερα όπως το  Rhyzopertha dominica, το Braconidae  Bracon hebetor  στα Λεπιδόπτερα Cadra cautella και Plodia interpunctella, το  Pteromalidae  Anisopteromalus calandrae στα Κολεοπτερα  Sitophilus oryzae και Callosobruchus maculatus, το Trichogrammatidae  Trichogramma pretiosum στα Plodia interpunctella  και Cadra cautella  και άλλα.


Αρπακτικά

Η πασχαλίτσα, το «αλογάκι της Παναγίας» και τα Odonata (ελικοπτεράκια, λιμπελούλες) είναι μόνο μερικοί από τους 125 αδίστακτους «εξολοθρευτές» που κυκλοφορούν στη φύση.

χρυσόπας


Η πασχαλίτσα Coccinella και τα Chrysopa ή Chrysoperla (Neuroptera: Chrysopidae), λατρεύουν τα κοκκοειδή έντομα και την  μελίγκρα (αφίδες) που προσβάλλουν τα καλλωπιστικά όπως γαρδένιες, χρυσάνθεμα, τριανταφυλλιές, ωά Λεπιδοπτέρων, κάμπιες, θρίπες και ακάρεα. H πασχαλίτσα, μπορεί να φάει έως και 50 μελίγκρες την ημέρα και να κρατήσει καθαρή μια επιφάνεια 0, 25 τετραγωνικών μέτρων. Μπορούμε να τις έχουμε ακόμα και στη βεράντα και τον κήπο μας.

Το Mantis religiosa  (αλογάκι της Παναγίας), κατασπαράσσει τις ακρίδες που προσβάλουν το σιτάρι, το κριθάρι και άλλες καλλιέργειες.

Το Κολεόπτερο Coccinellidae  Nephus includes, είναι αρπακτικό της βαμβακάδας  της αμπέλου και των εσπεριδοειδών του ψευδόκοκκου (Planococcus ή Pseudococcus).
Syrphidae

Οι προνύμφες των Syrphidae (Diptera), τρέφονται με αφίδες.  
Ως φυσικοί εχθροί του Δάκου της εληάς (Bactrocera oleae) , αναφέρονται: το αρπακτικό των ωών Prolasioptera berlesiana και του Πυρηνοτρήτη της εληάς (Prays oleae) τα αρπακτικά έντομα Chrysoperla carnea, Anthocoris nemoralis και Xanthandrus comptus. Τα πλέον αποτελεσματικά αρπακτικά κατά του λεκανίου της ελιάς (Saissetia oleae), είναι τα είδη των Κολεοπτέρων Chilocorus, Exochomus quadripustulatus και Rhyzobius forestieri. και δευτερευόντως τα Scutellista caerulea, Moranila californica (Hymenoptera: Pteromalidae) και Eublema scitula (Lepidoptera: Erebidae).
Τα Ετερόπτερα  Xylocoridae  Xylocoris flavipes και Lyctocoris campestris είναι αρπακτικά σε διάφορα έντομα αποθηκών, όπως στα Tribolium confusum ,Tribolium castaneum και Cryptolestes pusillus,  Plodia interpunctella και τις ατελείς μορφές του Acanthoscelides obtectus.
Το Hippodamia convergens (Coleoptera: Coccinellidae) είναι αρπακτικό κυρίως σε αφίδες (μελίγκρα)  ακάρεα και ψύλλες πολλών καλλιεργούμενων φυτών.
Το Cryptolaemus motrouzieri (Coleoptera: Coccinellidae) είναι αρπακτικό διαφόρων κοκκοειδών  σε θερμοκήπια, βαμβάκι, ιβίσκο κ.α.
Το Aphidoletes aphidimyza  (Diptera: Cecidomyidae), εισάγει μιαν τοξίνη στις αρθρώσεις των αφίδων, τις παραλύει και μυζά το σώμα τους από μια οπή που ανοίγει στον θώρακά τους. 
Aphidius ervi 

Τα  Aphidius ervi , Aphidius colemani, Aphidius ervi και Aphelinus abdominalis (Hymenoptera: Braconidae), καταπολεμούν τις Αφίδες: Aphis gossypii , Myzus  persicae and other species (Myzus spp, Sitobion spp, Schizaphis spp, Rhodobium spp and Acyrthosiphum spp), Rhopalosiphum padi , Macrosiphum euphorbiae κ.α.
 
Στην Ελλάδα υπάρχουν εταιρείες που εισάγουν αλλά και παράγουν ωφέλιμα έντομα,  
εφοδιάζοντας τις σημαντικότερες γεωργικές περιοχές όπως Κρήτη, Πελοπόννησο, Κεντρική Ελλάδα, Αττική και Μακεδονία, συνεργάζονται με δήμους της χώρας για προγράμματα φυτοπροστασίας στο αστικό πράσινο και εξάγουν ωφέλιμα έντομα σε χώρες της Ε.Ε. Σε όλο τον κόσμο υπάρχουν τουλάχιστον 85 εταιρείες που ασχολούνται με τη μαζική παραγωγή ωφέλιμων εντόμων και όπως φαίνεται, αυτή η νέα αγορά, έχει σπουδαίες προοπτικές.

Όσον αφορά στο κόστος, η χρήση ωφέλιμων εντόμων  σε σχέση με τα φυτοφάρμακα είναι σχεδόν το ίδιο. Όμως τα οφέλη για την υγεία μας και το περιβάλλον είναι ανεκτίμητα...


Κηκιδογόνα και άλλα ωφέλιμα έντομα
Μία μεγάλη κατηγορία χρήσιμων έως πολύτιμων προϊόντων τα οποία οφείλονται στην αλληλεπίδραση φυτών και εντόμων, είναι εκείνα τα οποία προκύπτουν από κηκίδες εντόμων σε διάφορα είδη φυτών, ιδίως των Quercus (βελανιδιές, πουρνάρι), Salvia (φασκόμηλα) και Opuntia (φραγκοσυκιά) τα οποία μάλιστα αφθονούν στην Ελλάδα.
Άρθρα σχετικά με το θέμα αυτό έχουν δημοσιευθεί από τον γράφοντα στο περιοδικό « Γεωργία – Κτηνοτροφία», επί σειράν ετών.
 Κηκίδες  είναι η αφύσικη ανάπτυξη του φυτικού ιστού (υπερπλασία ή υπερτροφία των κυττάρων) σε φύλλα, βλαστούς, οφθαλμούς, ρίζες ή άνθη, που προκαλείται από ερέθισμα συνήθως εντόμων, ακάρεων, μυκήτων, ιών, βακτηρίων ή νηματωδών. Τα κηκιδογόνα έντομα προσβάλλουν κυρίως τα αναπτυσσόμενα μέρη των φυτών. Τρεφόμενα ερεθίζουν την ανάπτυξη χωρίς να θανατώνουν πολλά κύτταρα. Έτσι, προκαλούνται οι παραμορφώσεις που ονομάζουμε «κηκίδες».
Μέσα στις κηκίδες, το έντομο που τις προκαλεί, προστατεύεται αρκετά και από εχθρούς του (παράσιτα και αρπακτικά). Τα κηκιδογόνα έντομα, προσέχουν να μην θανατώσουν τα φυτά – ξενιστές τους ώστε να έχουν οι απόγονοί τους το απαιτούμενο απόθεμα για να συνεχίσουν το ..έργο τους. Συνεπώς, όλες οι κηκίδες δεν προκαλούν οικονομική ζημία αλλά αρκετές,  συνεισφέρουν θετικά, και μάλιστα με το παραπάνω στην ανθρώπινη ζωή.
Από  την αρχαιότητα  ήσαν γνωστές οι φαρμακευτικές και θεραπευτικές ιδιότητες των φυτικών κηκίδων.
Κηκίδες  βελανιδιάς
Οι κηκίδες στα  δένδρα αυτά, δημιουργούνται από αντίδραση σε χημική ουσία που εκκρίνουν οι προνύμφες μικροσκοπικού Υμενοπτέρου, του Cynips gallae - tinctoriae (Olivier) (Hymenoptera: Cynipidae) με συνώνυμα: Cynips quercusfolii  Linnaeus και Diplolepsis gallae tinctoriae Geoffroy. Ένα άλλο είδος βελανιδιάς όπου παράγονται  παρόμοιες κηκίδες είναι το Quercus lusitanica (κοινώς Gall Oak, Lusitanian Oak, ή και Dyer's Oak, είναι ιθαγενές στο Μαρόκο, Πορτογαλία και Ισπανία.
 Cynips gallae - tinctoriae 
Oι κηκίδες του Cynips gallae-tinctoriae,χρησιμοποιούνταν στη Μέση Ανατολή για την κατασκευή μελάνης (Ιron gall ink), στυπτικές αλοιφές ή βαφή για μάλλινα και δέρματα. Το ταννικό οξύ καθώς και οι κηκιδοταννίνες (gallotannins) συγκαταλέγονται μεταξύ των καλύτερων αντιοξειδωτικών.
Μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου εφοδιασμού σε ταννικό οξύ, έδιναν οι κηκίδες Smyrna galls ή Aleppo galls της βελανιδιάς Quercus infectoria στην Μικρά Ασία.
Η μεγαλύτερη ποσότητα του παραγόμενου ταννικού οξέως έδινε, αναμεμειγμένο με θειικό σίδηρο (copperas) κ.ά. συστατικά, υψηλής ποιότητος ανεξίτηλη μελάνη που χρησιμοποιούσαν για τα πρακτικά των δικαστηρίων και εκτύπωση χαρτονομισμάτων. Είναι επίσης δυνατόν, να παραχθεί «αόρατη μελάνη» παραλείποντας από τη συνταγή τον θειικό σίδηρο (η εμφάνιση των γραμμάτων γίνεται με εμβάπτιση της σελίδας σε αραιό διάλυμα θειικού σιδήρου).
Κηκίδες  Salvia
Το φυτό Salvia fruticosa (Greek sage) της Οικογενείας Lamiaceae, το γνωστό μας «φασκόμηλο», είναι ιθαγενές των χωρών της ανατολικής Μεσογείου. Στην Ελλάδα, από τα αρχαία χρόνια υπάρχει μακρά παράδοση, όπου εκτιμάτο κυρίως η θεραπευτική και μαγειρική αξία του φυτού, εκτός από την εμφάνισή του και τη γλυκιά γεύση που έχουν το  νέκταρ και η γύρις του.
Σε αρκετά ελληνικά νησιά ευδοκιμεί κυρίως το είδος S. pomifera, που συχνά αναπτύσσει στα στελέχη του σαρκώδεις, ημιδιαφανείς κηκίδες, διαμέτρου περίπου 2,5 cm. οι οποίες ονομάζονται «μήλα».  Τα «φασκόμηλα» αυτά, διατίθενται και στην αγορά, καθαρίζονται και τρώγονται, περιγράφονται μάλιστα ως ευώδη, χυμώδη και εύγευστα. Στην Κρήτη και την Πελοπόννησο, προσθέτοντας ζάχαρη ή μέλι, γίνονται ένα είδος «γλυκού του κουταλιού» που διατηρούν σε γυάλινα βάζα. Θεωρούνται υπέροχη νοστιμιά και πιστεύεται ότι έχουν πολλές θεραπευτικές ιδιότητες.
 
Τις κηκίδες στο Salvia fruticosa (S. triloba), προκαλούν Υμενόπτερα έντομα Cynipidae του γένους Cynips quercusfolii, Hedickiana levantina, Neaylax (Aylax) salviae  και Salviela kezivi, στο Salvia pomifera και στους καρπούς του Salvia officinalis του γένους Aulax και στους καρπούς του Salvia verbenaca το Neaylax verbenacus.
Dactylopius coccus
Το Dactylopius coccus, είναι κοκκοειδές (Hemiptera, Sternorrhyncha, Coccoidea, Dactylopiidae), το οποίο ζει στα κακτώδη φυτά του γένους Opuntia (Φραγκοσυκιές), τρεφόμενο με τους πλούσιους χυμούς τους.
H κοχινίλη παράγεται από τα σώματα των θηλέων του εντόμου ως απωθητικό των εντόμων - εχθρών του. Χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα ως απωθητική για τα μυρμήγκια. Η ουσία κοχινίλη ή crimson (cochineal ), είναι χρωστική λαμπρού ερυθρού χρώματος η οποία λαμβάνεται από το καρμίνιο που περιέχει  καρμινικό οξύ.
Ως χρωστική τροφίμων, δεν είναι τοξική και δεν είναι γνωστή ως καρκινογόνος. Σπάνιες περιπτώσεις αναφυλαξίας που έχουν αναφερθεί οφείλονται σε λανθασμένες προσμίξεις κατά την παρασκευή της και όχι στο καρμινικό οξύ. Στη Ρόδο την χρησιμοποιούν για την χρώση ενός παραδοσιακού λικέρ για τους γάμους.
H  ερυθρολακκίνη (crimson lake), παρασκευάζοταν επίσης από τα σώματα των θηλέων του ίδιου εντόμου.
Την παλαιά εποχή, η κύρια χρήση της βαφής ήταν μόνο για υφάσματα και καλλυντικά. Λόγω του υψηλού κόστους και της σπανιότητος της βαφής, τα πορφυρά υφάσματα ήσαν συνυφασμένα με την οικονομική ευμάρεια και δύναμη π.χ. Οι χιτώνες των ρωμαιοκαθολικών καρδιναλίων και οι επενδύτες των Βρετανών στρατιωτικών (red jackets).
Σήμερα, η χρωστική red carmine χρησιμοποιείται σε μία ευρύτατη σειρά εδώδιμων και μη προϊόντων όπως: γλυκίσματα, παγωτά, γιαούρτια, μαρμελάδες με χρώμα φράουλας, κεράσι και βατόμουρο για ενίσχυση του κόκκινου χρώματος, στην κόκκινη γέλη (ζελέ), στις κόκκινες καραμέλες, στο μηλόκρασο (cider), στα ηδύποτα (λικέρ) Campari και Μaraschino , στο βερμούτ Martini Rosso, στις σοκολάτες m&m's, στα σιρόπια, χυμούς κόκκινων φρούτων, τοματοχυμούς, στα δημητριακά Kelloggs με άρωμα φράουλας, στα λουκάνικα, αφυδατωμένα ψάρια, υποκατάστατα καβουρόψυχας, φαρμακευτικές κάψουλες και χάπια με κόκκινο χρώμα, αντιβιοτικά ή αντιβηχικά σιρόπια για παιδιά, στοματικά διαλύματα, καλλυντικά όπως κραγιόν, makeup, ίσκιοι ματιών κ.ά.
Το καρμίνιο, θεωρείται αρκετά ασφαλές για καλλυντικά ματιών. Χρησιμοποιείται ακόμη στην μικροβιολογία, για την χρώση παρασκευασμάτων μικροσκοπίας κα σε ελαιοχρώματα και υδροχρώματα για έργα καλλιτεχνών.


Tο πουρνάρι και το έντομο Kermes

Το έντομο Kermes ilicis ή Kermes vermilio, πρ. Coccus ilicis (Homoptera: Coccoidea: Kermesidae), προσβάλλει τους νεαρούς βλαστούς του πουρναριού. Το θηλυκό του, προσκολλάται στα φύλλα και παραμένει ακίνητο μέχρι να εναποθέσει τα ωά του.Τρέφεται με τον χυμό δένδρων κυρίως των θάμνων του Quercus coccifera. Τα τέλεια θήλεα άτομα του Kermes είναι σαν μικρά μπιζέλια. Είναι άπτερα με καστανοκόκκινο χρώμα, καλυμμένο με υπόλευκη σκόνη. Το σχήμα τους είναι ημισφαιροειδές, έχουν ευχάριστη οσμή και δριμεία γεύση. Όταν ξηρανθούν μοιάζουν με σπόρους. Τα άτομα αυτά συλλέγονται και χρησιμοποιούνται εδώ και χιλιετίες για την παρασκευή κόκκινης βαφής γνωστής ως «κρεμέζι» (χρώμα κρεμεζί).
Η διαδικασία για την παραγωγή (συλλογή, επεξεργασία κλπ.) αυτού του είδους βαφών ήταν χρονοβόρος και συχνά δύσκολη από τεχνολογικής απόψεως. Γι’ αυτόν τον λόγο, ήσαν ακριβές και περιζήτητες και περιορίζονταν μόνο σε ακριβά και πολύτιμα υφάσματα.

Μέχρι την ανακάλυψη των συνθετικών βαφών (μέσα του 19ου αιώνα) οι βαφές από έντομα όπως το «ερυθρόν της Τύρου» και το «καρμίνιον» από το Kermes, υπήρξαν βασικά στοιχεία των οικονομιών της Ασίας και της Ευρώπης.

Rhus  και Aphis

Το φυτό Rhus είναι αυτοφυές σε όλες τις Μεσογειακές χώρες, κυρίως στην Σικελία, νότιο Ιταλία και σε περιοχές της Μέσης Ανατολής όπως το Ιράν. Οι κηκίδες στο Rhus semialata και το Rhus javanica, προκαλούνται από το έντομο (αφίδα) Aphis (Melaphis) chinensis (Hemiptera: Pemphigidae)

Οι κηκίδες είναι λείες, κοίλες, σχεδόν απιοειδείς, με γριζοπράσινη εξωτερική επιφάνεια, και μαλακό, γκριζόμαυρο περιεχόμενο με λιπαρή υφή που χρησιμεύει στην κατασκευή κεριών. Από τις κηκίδες, οι οποίες περιέχουν μέχρι και 77% ταννίνη, γίνεται μπλε βαφή, μελάνι και με μεθανολική απόσταξη, ισχυρό μυκητοκτόνο (4).
 Κατά την κινεζική παραδοσιακή ιατρική, έχουν άριστες στυπτικές, αντιδιαρροϊκές και αντιβακτηριδιακές ιδιότητες, μαλακώνουν τον βήχα, εκτονώνουν την κυκλοφοριακή συμφόρηση, επουλώνει φλεγμονές, τραύματα, εγκαύματα και  σταματούν τις νυκτερινές εφιδρώσεις.

Λάκκες - Ρητίνες – Κόμμεα – Βερνίκια - Κερί
Τα γνήσια φυσικά χρώματα και βερνίκια, παρασκευάζονται αποκλειστικά και μόνο από φυσικές ουσίες, χωρίς να έχουν υποστεί χημικές επεμβάσεις.
Οι ουσίες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τους προέρχονται από δένδρα, φυτά (φυσικές ρητίνες, φυσικά έλαια και αιθέρια έλαια, φυτικοί κηροί και μαστίχες,), ζωικά παράγωγα  (κερί μελισσών, καζεΐνη γάλακτος) και ακίνδυνες ορυκτές ύλες π. χ. άργιλος. Στην ουσία, είναι τα μόνα προϊόντα που μπορούν να αποκαλούνται οικολογικά, χωρίς ιδιαίτερη πιστοποίηση.    
Kerria lacca

Η λάκκα είναι ένα στιλπνό, διαφανές ή έγχρωμο, ρητινώδες υλικό, που χρησιμοποιείτο στην Ινδία και τις γειτονικές περιοχές. Στην σύγχρονη ορολογία, τα προϊόντα που βασίζονται στη λάκκα (lacquer), αναφέρονται ως shellac. Η λάκκα πάντως, είναι πιο ανθεκτική από τα shellac.  Τα προϊόντα της λάκκας, είναι οι μόνες ρητίνες ζωικής προελεύσεως.  Είναι η έκκριση μικροσκοπικών Ημιπτέρων εντόμων που ανήκουν στην Υπεροικογένεια Coccoidea και τα κυρίως στα γένη Laccifer (Lacciferidae), Metatachardia, Tachordiella, Austrotacharidia, Afrotachardina, και Tachardina (Tachardiidae). Το σπουδαιότερο λακκοπαραγωγό έντομο είναι το Kerria lacca (Laccifer laca) πρώην Coccus lacca (Lacciferidae ή Kerriidae) το οποίο παρασιτεί  δένδρα της Ασίας, κυρίως της Ινδίας και της Ταϊλάνδης, όπως το Schleichera trijuga. Το Kerria lacca (Laccifer laca), κατά χιλιάδες ατόμων, αποθέτει με την μορφή σάλιου, στα στελέχη και τους νεαρούς βλαστούς την ρητίνη των δένδρων από τα οποία τρέφεται.
Opopanax + Lixus
Τα Opopanax  είναι πολυετείς πόες με δέκα περίπου είδη. Στην Ελλάδα φύεται ο O. hispidus «αδρότριχος» ή « ηράκλειος» και ο « χειρώνιος» Ο.chironium.
Το όνομα του γένους (Oπoπάναξ) προέρχεται από τις λέξεις: οπός (= χυμός )+ παν (=όλα ) + ακέομαι ( θεραπεύω ) δηλαδή, « χυμός που θεραπεύει τα πάντα ». Πανάκεια  ήταν άλλωστε και το όνομα μιας από τις κόρες του Ασκληπιού.
Η κομμεορητίνη τους έχει φαρμακευτικές και μυρεψικές (αρωματικές) ιδιότητες. Έχει χρησιμοποιηθεί ως εμμηναγωγό, αποχρεμπτικό  και για θεραπεία άσθματος, χρόνιων φλεγμονών των εντέρων, αιμορροΐδων, υστερίας, υποχονδρίας και σπασμών. Ο Γεννάδιος  μάλιστα, είχε προτείνει να εξεταστεί η δυνατότητα να αξιοποιηθεί εμπορικώς, η κομμεορητίνη  του O. chironium της Βοιωτίας.
Οι σταγόνες κομμεορητίνης στα στελέχη του φυτού, χρώματος  κίτρινο πορτοκαλί, προκαλούνται από τα δήγματα τέλειου κολεοπτέρου εντόμου Lixus ( Eulixus) umbellatarum  (Curculionidae).


                                                                                                                                          Τ Ε Λ Ο Σ
Ανάλογα Άρθρα:

Η φραγκοσυκιά και το Dactylopius coccus


Αρθρα του Κ.Μπουχελου:

Μια πρόταση για τους φοίνικες

Η «άμπελος του θεού των κεραυνών» και ο καρκίνος

Ακάρεα της σκόνης του σπιτιού