Σελίδες

Τρίτη 1 Αυγούστου 2017

Η ΚΑΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΕΫΛΑΝΤ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ



Γεωπόνου Συμβούλου Πρασίνου 
Κηποτεχνική… δημοκρατία
      Από τα παιδικά μας χρόνια, οι άνθρωποι του οικείου περιβάλλοντός μας πολύ συχνά μας συμβούλευαν να σεβόμαστε την ελευθερία του διπλανού μας και να μην κάνουμε κατάχρηση της δικής μας. Μάλιστα, σαν νουθεσία λεγόταν η φράση “η δική μας ελευθερία σταματάει να υπάρχει εκεί που αρχίζει του διπλανού…”. Έχετε σκεφτεί ποτέ ότι αυτό ισχύει και στην κηποτεχνία; Μπορεί κάποιος να ορθώσει “πράσινα τείχη” και να σκιάζει τα φυτά του γείτονα που προϋπάρχουν και που για να αναπτυχθούν σωστά χρειάζονται συνθήκες πλήρους ηλιοφάνειας, χωρίς τη συναίνεσή του;
       Όπως έχουμε ορίσει πολλές φορές, ο κήπος είναι το εξωτερικό δωμάτιο του σπιτιού μας. Ο φυτοφράκτης, που είναι καλό να υπάρχει, αποτελεί το όριο μεταξύ δύο κήπων κατοικιών ή κτιρίων. Η ελευθερία της επιλογής του ιδιοκτήτη του ενός είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσει προβλήματα στις επιλογές του άλλου ή στην ήδη υπάρχουσα κατάσταση. Η συνεννόηση και ο σεβασμός είναι τα στοιχεία εκείνα που χρειάζονται για τις σχέσεις καλής γειτονίας. Αν δε γίνεται να υπάρξουν, τότε το νομοθετικό πλαίσιο είναι αυτό που θα καθορίσει τους όρους…

Μια πραγματική ιστορία
           Ο Σπύρος και ο Γιάννης είναι χρόνια γείτονες στο Χαλάνδρι. Ο Γιάννης μένει στο πατρικό του σπίτι, στο οποίο και διατηρεί την παλιά αυλή, η οποία έχει τριανταφυλλιές, λεμονιές, πασχαλιές, γιασεμί χιώτικο και πλουμπάγκο. Κάποια στιγμή, το 1990, ο Σπύρος αποφάσισε να φτιάξει τον αδιαμόρφωτο έως τότε ακάλυπτο χώρο του και να τον μετατρέψει σε κήπο. Στη μεσοτοιχία με την αυλή του Γιάννη έβαλε φυτά λέυλαντ, αρχικού ύψους 1 μέτρου, επιλογή που του πρότεινε ο φυτωριούχος της γειτονιάς, ο οποίος αυτοχαρακτηριζόταν “κηποτέχνης”. Μετά το 2000, τα λέυλαντ είχαν ξεπεράσει τα 4 μέτρα και τα φυτά του κήπου του Γιάννη σκιάζονταν και δεν αναπτύσσονταν ομαλά. Σιγά σιγά οι τριανταφυλλιές χάλασαν, το γιασεμί έμεινε στάσιμο, οι πασχαλιές δεν ξανάνθισαν, ενώ οι λεμονιές ανέπτυσσαν πολύ ψηλούς βλαστούς στην προσπάθειά τους να… βρουν το φως του ήλιου, δεν έκαναν λεμόνια κι έδειχναν μονίμως ταλαιπωρημένες. Μετά από χρόνιες −στην κυριολεξία− συζητήσεις, ο Γιάννης έπεισε το Σπύρο να χαμηλώσει το φυτικό φράκτη από λέυλαντ στα 2 μέτρα κι έτσι τώρα ο κήπος του φωτίζεται περισσότερο και αναθερμάνθηκε η ελπίδα του για ομαλότερη διαβίωση των φυτών που χρόνια έχει εκεί.

Η… λαίλαπα των λέυλαντ
      Τι θα συνέβαινε, όμως, αν ο κάθε “Γιάννης” δε έβρισκε το δίκιο του; Εφόσον δε θα μπορούσε να αυτοδικήσει και να κόψει τα δένδρα του γείτονα, θα έπρεπε να υποστεί τις συνέπειες της σκίασης, δηλαδή υποβάθμιση ή καταστροφή των υπαρχόντων φυτών και περιορισμένες επιλογές για φύτευση καινούργιων. Θα μπορούσε να απευθυνθεί στη δικαιοσύνη ή στο Συνήγορο του Πολίτη; Κι όλα αυτά, γιατί στην Ελλάδα ο οποιοσδήποτε μπορεί να δηλώσει ειδικός στην κηποτεχνία και να “πουλά” το προϊόν που του αποδίδει μέγιστο κέρδος με τη μικρότερη προσπάθεια και χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τις προδιαγραφές που ορίζουν οι κανόνες της μελέτης ενός κήπου. Κι ένα τέτοιο προϊόν είναι για την κατασκευή του κήπου το λέυλαντ… 
      Τα τελευταία είκοσι χρόνια, η αθρόα εισαγωγή αυτών των κωνοφόρων από την Ιταλία σε συνδυασμό με την ελληνική παραγωγή έχει δημιουργήσει μια ανυπόφορη κατάσταση τόσο αισθητικά όσο και οικολογικά, σε σημείο μάλιστα να χαρακτηριστεί “πράσινη λαίλαπα”. Πέραν της μονοσήμαντης και “βαρετής” παρουσίας, φαίνεται ότι αυτήν τη στιγμή τα λέυλαντ στους κήπους της χώρας μας είναι περισσότερα από τα κυπαρίσσια! Το πρόβλημα ξεκινά από τη λαθεμένη χρήση τους, επειδή η επιλογή τους, και μάλιστα με πυκνότατη φύτευση, είναι η εύκολη λύση για φθηνό, ψηλό και γρήγορης ανάπτυξης φυτικό φράκτη. 
       Έτσι, έχουν παρουσιαστεί πλέον στις ημέρες μας πολλά προβλήματα σαν κι αυτό που περιγράψαμε παραπάνω... Απ' ό,τι φαίνεται, κι ύστερα από διερεύνηση για στοιχεία που να αφορούν το θέμα, δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο που να ορίζει το καθεστώς για τη σκίαση που προκαλούν οι φυτοφράκτες γενικώς, και όχι μόνο των λέυλαντ, στους γειτονικούς κήπους.

Τι γίνεται αλλού
       Στη Μ. Βρετανία, οι πολίτες, βλέποντας ότι το πρόβλημα των φυτοφρακτών άρχισε να παίρνει μεγάλες διαστάσεις και ότι το νομικό πλαίσιο δεν κάλυπτε τις απαιτήσεις τους στο συγκεκριμένο ζήτημα, δημιούργησαν με τη βοήθεια μιας εταιρείας νομικών τη “γραμμή για τους φυτοφράκτες”, “Hedgeline” (www.hedgeline.org), στην οποία οι ενδιαφερόμενοι δήλωναν το πρόβλημά τους και ζητούσαν συμβουλευτική βοήθεια για την επίλυσή του. Ταυτοχρόνως, γινόταν καταγραφή και κατηγοριοποίηση των θεμάτων. Έτσι, ο όγκος αυτών των στοιχείων αποτέλεσε τη βάση δεδομένων για την προώθηση μιας νέας πολιτικής για τους φυτοφράκτες, και κυρίως αυτούς που αποτελούνται από τα λέυλαντ(Χ Cupressocyparis leylandii), τα οποία φάνηκε ότι ήταν το κυρίαρχο πρόβλημα.
         Τον Οκτώβριο του 2000, το υπουργείο Περιβάλλοντος της Μ. Βρετανίας αποφάσισε να εξετάσει το θέμα. Αφού, λοιπόν, αξιολογήθηκαν οι παράγοντες εκείνοι που κάνουν χρήσιμο ένα φυτοφράκτη (προστασία από τον ισχυρό άνεμο, ηχομόνωση, απομόνωση από αδιάκριτα βλέμματα κτλ.), έγινε εισήγηση σχεδίου νόμου στο Κοινοβούλιο. Στις αρχές του 2004 ψηφίσθηκε ο νέος νόμος που αφορά τους φυτοφράκτες που αποτελούνται από λέυλαντ. Σύμφωνα με αυτόν, όσοι είναι άνω των 2 μέτρων πρέπει να περιορίζονται στο ύψος αυτό, εκτός εάν υπάρχει έγγραφη συμφωνία μεταξύ των δύο γειτόνων. Σε περιπτώσεις καταγγελίας επεμβαίνει η αρμόδια υπηρεσία του δήμου, η οποία και εκτελεί την εργασία με αμοιβή, η οποία ορίζεται με παράβολο που αντιστοιχεί σε “πράσινο πρόστιμο”. Ο νόμος θα ισχύσει από το τέλος του 2004.
Μήπως ήρθε η στιγμή να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε κι εμείς κάτι ανάλογο;


Το άρθρο έχει δημοσιευτει στο περιοδικό ΚΗΠΟΤΕΧΝΙΑ το 2003 και αναδημοσιέυεται λόγω της επικαιρότητας του 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου