Σελίδες

Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

Το ιδιωτικό και το δικό του¹


Το ιδιωτικό και το δικό του¹

       Ο Henry Lefebvre, στο βιβλίο του Δικαίωμα στην πόλη-Χώρος και Πολιτική έγραφε ότι «…η πόλη και πραγματικότητα της πόλης, προκύπτουν από την αξία χρήσης. βιβλίο του Δικαίωμα στην πόλη-Χώρος και Πολιτική έγραφε ότι «…η πόλη και πραγματικότητα της πόλης, προκύπτουν από την αξία χρήσης. Η ανταλλακτική αξία, η γενίκευση του εμπορεύματος μέσω της εκβιομηχάνισης τείνουν να καταστρέψουν, υποτάσσοντάς την, την πόλη και την πραγματικότητά της,..»² . Σήμερα, αυτή η τάση έχει μετατραπεί σε πραγματικότητα και η ανταλλακτική αξία αφορά όχι μόνο το βιομηχανικά παραγόμενο υλικό προϊόν, το ψηφιακό προϊόν, την πληροφορία ή την οποιαδήποτε εικόνα, αλλά και το αστικό τοπίο, τις πλατείες, τους δρόμους, τα μνημεία. Στο παγκόσμιο χρηματιστήριο αξιών συμπεριλαμβάνεται η ίδια η πόλη και καθημερινά η εικόνα της είναι το αντικείμενο πολλαπλής διαπραγμάτευσης και εκποίησης.
         Μέσα σε μια τέτοια ατμόσφαιρα γενικευμένης αποτίμησης και διαπραγμάτευσης των μερών της πόλης που υπακούει στην αρχή του κέρδους και της απόσβεσης, ο (υλικός) δημόσιος χώρος της εξακολουθεί να είναι ένα από τα πεδία ισχυροποίησης της κρατικής εξουσίας με την εφαρμογή σε αυτόν διαχειριστικών προγραμμάτων, θεωρείται χώρος που ανήκει, κατά παράδοξο τρόπο δικαιωματικά, στο ιδιωτικό και επομένως θα πρέπει να εξασφαλίζει τα ανεξέλεγκτα οικονομικά συμφέροντά του. Παράλληλα έχει μετατραπεί σε τόπο αναφοράς ιδιαίτερων ομάδων (οικονομικοί μετανάστες, πρόσφυγες) για την κοινωνική τους ενσωμάτωση στην πόλη και αποκτά νέο νόημα μέσω μιας αγωνιώδους συλλογικής έκφρασης – όπως οι διαδηλώσεις τοπικών ή παγκόσμιων κοινωνικών κινημάτων για την φτώχεια. Αποτελεί έναν από τους τόπους εκδήλωσης του ποινικού κράτους, καθώς είναι θέατρο διεξαγωγής επιχειρήσεων κατασταλτικού χαρακτήρα και λειτουργίας δικτύων οπτικής καταγραφής της ανθρώπινης δραστηριότητας. Τέλος, επαναπροσδιορίζεται σε σχέση με νέους τύπους δημόσιας ζωής και τίθεται σε αμφισβήτηση από τον άϋλο ψηφιακό διευρυμένο χώρο.

        Θα λέγαμε λοιπόν ότι ο δημόσιος χώρος υποδέχεται αλλά και υπόκειται στα πάντα, αφορά όλους και όλα.
      Ένα τέτοιο τοπίο ωστόσο, προκαλεί αναπόφευκτα διάφορα ερωτήματα που δεν αφορούν αποκλειστικά την αρχιτεκτονική αλλά μπορεί να περιληφθούν σε μια ευρύτερη πολιτική συζήτηση. Σε ποιόν λοιπόν ανήκει ο δημόσιος χώρος; Ποιός τον διαπραγματεύεται και με ποιούς τρόπους; Είναι αντικείμενο διακύβευσης; Υπάρχει δημόσιος χώρος, πως μπορεί να οριστεί και που μπορεί να αναζητηθεί; Ποιός τελικά είναι ο ρόλος του ιδιωτικού;
Το δημόσιο όχημα του ιδιωτικού.
     Η υπερίσχυση του ιδιωτικού, της συνεχούς διεύρυνσής του σε βάρος του δημοσίου μπορεί να γίνει κατανοητή μέσω του αυξανόμενου ενδιαφέροντος και των ενεργειών που πραγματοποιούνται για την ανάκτηση του τελευταίου. Βέβαια, η χρήση του όρου ανάκτηση σημαίνει ότι ο δημόσιος χώρος έχει χαθεί ή ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις σύγχρονες συνθήκες της αστικής ζωής. Ταυτόχρονα όμως υπονοείται ότι το δημόσιο μπορεί να ανήκει, να εμφανίζεται αλλού, σε χώρους που πιθανόν να επιτρέπουν μια διαφορετική εκδήλωσή του. Έχουμε να κάνουμε μ΄ έναν πόλεμο κυριαρχίας ανάμεσα στο δημόσιο και ιδιωτικό; Ίσως. Φαίνεται ότι το δημόσιο υπάρχει όσο εξασφαλίζει το ιδιωτικό, ότι είναι το όχημα εκείνο που θα οδηγήσει το ατομικό, το ιδιωτικό σε θρίαμβο. Είναι ο σύγχρονος τρόπος χρήσης του δημόσιου χώρου που συνηγορεί στην άποψη, ότι η παραγωγή του αφορά τελικά την κατανάλωσή του από το ιδιωτικό. Είναι η παράλογη θεώρηση του δημόσιου ως φυσική ιδιοκτησία του ιδιωτικού που επιτρέπει την οικονομική εκμετάλλευσή του. Αντιστρέφοντας τα πράγματα θα λέγαμε ότι το ιδιωτικό υποδύεται πλέον το δημόσιο, χρησιμοποιώντας είτε υπάρχουσες υποδομές είτε δημιουργώντας νέους χώρους, στην κλίμακα του μεγάλου. Πρόκειται δηλαδή για την παραγωγή εκείνου του «δημόσιου χώρου» που θα τον ονομάζαμε «επιχειρηματικό χώρο», ο οποίος δανείζεται προς όφελός του, στοιχεία του «παραδοσιακού» δημόσιου χώρου και υλοποιείται μέσα από πολύπλοκα λειτουργικά και σχεδιαστικά προγράμματα, όπως τα προγράμματα των αχανών εμπορικών κέντρων, των αεροδρομίων-αγορών, των πολιτιστικών κέντρων κλπ.

Η απειλή.
Και όταν το ιδιωτικό απειλείται με οικονομική συρρίκνωση και προσβάλλεται ο ζωτικός του χώρος, τότε διακυβεύεται η ύπαρξη του δημόσιου.
       Παίρνοντας για παράδειγμα την Αθήνα, μια περιφερειακή ευρωπαϊκή πόλη, όπου η σύγκρουση δημόσιου – ιδιωτικού αποτυπώνεται παντού, από το κτηματολόγιο και την εκτός σχεδίου αστικοποίηση έως τις πυρκαγιές των καταπατητών γης και τον ανώνυμο παράκτιο τοπιακό αυτο-σχεδιασμό, παρατηρείται το φαινόμενο της κατάληψης, με νομότυπες πάντα διαδικασίες, όλων των δημόσιων χώρων της, χερσαίων και παραθαλάσσιων, από εκείνη την κοινωνική ομάδα των επιχειρηματιών αναψυχής. Η ομάδα αυτή – ένας από τους διαπραγματευτές της πόλης, αναπληρώνει κάθε φορά αστραπιαία τον δεσμευμένο από τις αρμόδιες κρατικές αρχές παράνομο αλλά και πολύτιμο εξοπλισμό της, με τον οποίο έχει καταλάβει κοινόχρηστους δημόσιους χώρους, αμφισβητώντας με τον τρόπο αυτό τα όρια του δημόσιου (χώρου) και υπερασπίζοντας το ιδιωτικό-ατομικό. Οι θεσμοθετημένες διαδικασίες ακυρώνονται και ο δημόσιος χώρος περνά προς στιγμή στην δικαιοδοσία του ιδιωτικού. Ένα νέο είδος κατάληψης, επιχειρηματικής κατοχής λαμβάνει χώρα. Κατάληψης που δεν σχετίζεται με κοινωνικές διεκδικήσεις και δεν επιφέρει την ενεργοποίηση των κρατικών δυνάμεων καταστολής. Υπό την πίεση μιας λανθάνουσας θεσμοποιήσης, του «όλα είναι ιδιωτικά», ο δημόσιος χώρος, όπως μια πλατεία, διατηρεί, κατ΄ επίφαση, το χαρακτηριστικό του συλλογικού και υπόκειται σε ουσιώδη μεταλλαγή του νοήματός και της χρήσης του, εκπίπτει δηλαδή σε προέκταση-επικράτεια του ιδιωτικού. Εκείνο που κυρίως ενδιαφέρει εδώ, είναι η τιμή της ανταλλακτικής αξίας. Γι αυτό και δεν θα ήταν υπερβολική η διατύπωση, ότι ο δημόσιος χώρος μπορεί να αποκτά αξία, να συντηρείται, και να προβάλλεται όσο περισσότερο επικερδής είναι για τους ιδιώτες, όσο ευνοεί την επιβίωση και κυριαρχία του ιδιωτικού στο δημόσιο. Δεν έχει σημασία αν αγνοεί το ιδιωτικό την οποιαδήποτε πολιτισμική αξία του δημόσιου χώρου, σημασία έχει ότι δικαιούται ως ισχυρό ιδιωτικό την εκμετάλλευσή του, την εξαντλητική οικονομική διαχείρισή του. Ανατρέχοντας στις ταινίες κινουμένων σχεδίων προηγούμενων δεκαετιών, οι κόρες των ματιών ορισμένων «ηρώων», ανάλογα με το τι έβλεπαν, χάνονταν συχνά πίσω από την εικόνα του δολαρίου. Σήμερα στα μάτια του ιδιωτικού εναλλάσσονται διαρκώς οι εικόνες περισσοτέρων νομισμάτων. Πρόκειται για διαστροφή του «βλέμματος»; Η μήπως για συνειδητά ελλιπή εννόηση των πραγμάτων;

Η τελική(;) αμφισβήτηση.
     Στην αμφισβήτηση ή και την ακύρωση του δημόσιου χώρου έρχεται να συνεισφέρει και το γεγονός της αυξανόμενης αστυνόμευσής του (επιτήρηση), με την προληπτική καταγραφή των όσων συμβαίνουν εντός του (ηλεκτρονική παρακολούθηση). Άλλοτε αυτός είναι χώρος περιθωριακών ομάδων, των μεταναστών, των φτωχών, επομένως τόπος αυξημένου κινδύνου και απειλής για την κοινωνική οργάνωση και την λειτουργία του ιδιωτικού. Άλλοτε, το υπερβολικό κόστος ανάκτησης-διαμόρφωσης, προσδίδει στον δημόσιο χώρο υπερβολική οικονομική-ανταλλακτική αξία, που η απόσβεση της επένδυσης και η εξασφάλιση κέρδους για το ιδιωτικό απαιτεί την με κάθε τρόπο φύλαξη και προστασία του. Μια τέτοια θεώρηση και η εν συνεχεία ανάλογη διαχείριση του δημόσιου χώρου φανερώνει σημαντική μετάθεση του νοήματός του. Μήπως από τη στιγμή που ο δημόσιος χώρος έχει μετατραπεί σε αντικείμενο εποπτείας και αυστηρής φύλαξης, υποστασιοποιεί τις προσωπικές-ιδιωτικές προβολές μιας ψευδούς δημοκρατίας; Μήπως διακυβεύεται η υπόστασή του, όταν από κατεξοχήν χώρος εμφάνισης της κοινωνικής εκδήλωσης έχει μεταπέσει σε χώρο ετοιμόρροπης ανοχής της;
Υπάρχει δημόσιος χώρος;
     Ο δημόσιος χώρος και το νόημα του μεταλλάσσεται συνεχώς. Από χώρος δράσης του κοινωνικού συνόλου, σε ιδιωτικό «αστικό» χώρο, του οποίου η οργάνωση χαρακτηρίζεται από χωροχρονική απροσδιοριστία και ιδιωτικοποίηση της συλλογικής μνήμης. Από χώρος ελεύθερης παραμονής, σε χώρο που απαιτεί άμεσα ή έμμεσα, την καταβολή αντιτίμου για τη χρήση του. Από εν δυνάμει πεδίο ποινικών αδικημάτων και επιτόπιας απονομής δικαιοσύνης – άποψη που τον εξομοιώνει με ανοιχτό «αστικό κελί», σε φρουρούμενο μεταμοντέρνο «αστικό συντελεστή του ιδιωτικού». Από θεωρούμενο ανεπαρκώς δημοκρατικό υλικό χώρο, σε ψηφιακή γη της επαγγελίας, στης οποίας τους δυαδικούς δημόσιους χώρους αναζητείται μια διευρυμένη, αλλά υπό συνεχή επιτήρηση, δημοκρατία.
Υπάρχει τελικά δημόσιος χώρος μέσα στην κυρίαρχη συνθήκη που ορίζει το ιδιωτικό, καθώς περιστρέφεται διαρκώς γύρω από τον εαυτό του, αναφερόμενο εξακολουθητικά στο δικό του;
Όλα τα παραπάνω συγκλίνουν στο ότι ο προβληματισμός για τον δημόσιο χώρο, για την ύπαρξή του, είναι κατά βάση πολιτικό ζήτημα και σχετίζεται με τις ευρύτερες επιλογές και αποφάσεις της κοινωνίας. Η αρχιτεκτονική μπορεί να απαντήσει στο ερώτημα για τον δημόσιο χώρο, αν αποποιηθεί το ρόλο του «διασκεδαστή» των νέων συνθηκών του ιδιωτικού. Αν σταματήσει να είναι ενθουσιώδης αναγνώστης ενός επιχειρηματικού έπους, που περιγράφει την κατάκτηση του δημόσιου χώρου και της αποδίδει έμμεσα, τον ελκυστικό ρόλο ενός ακόμα διαπραγματευτή της πόλης.
Νίκος Καζέρος, αρχιτέκτων
-------------------------------------------------------------------------------------------------------
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Αρχιτέκτονες», Νο 34, Αθήνα 2002, σ.81-83.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------
¹ Παράφραση του τίτλου του βιβλίου: Στίρνερ Μαξ, Ο μοναδικός και το δικό του, μτφρ-επιμ. Αλεξάνδρα Παπαθανασοπούλου, εκδ. Πολιτεία, Αθήνα, 1974(1η έκδοση), εκδόσεις Μαρμίτα, Αθήνα, 2002 (επανέκδοση).
² Lefebvre Henry, Δικαίωμα στην πόλη – Χώρος και Πολιτική, μτφρ. Πάνος Τουρνικιώτης &Κλωντ Λωράν, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα, 1977, σ.17.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου